Κατάπολα 21/11/2009
Ο μανδραγόρας (Mandragora officinarum L., 1753) είναι ένα ισχυρά δηλητηριώδες φυτό με πολλές ιστορίες στην μαγεία, την μυθολογία, την φαρμακευτική, την ιατρική και την γλωσσολογία. Είναι ένα φυτό κοινό στη Νότια Ελλάδα και τα νησιά.
Λαϊκό όνομα στην Αμοργό: βουδόγλωσσα, από το σχήμα των φύλλων του.
Φύεται σε πετρώδεις θέσεις και χέρσα χωράφια. Τα φύλλα είναι πολύ μεγάλα, μακρόστενα και σχηματίζουν ρόδακα. Από το κέντρο του ρόδακα αναπτύσσονται τα μικρά κυανάιώδη άνθη με εμφανείς νευρώσεις σαν φλέβες.
Οι καρποί του είναι κίτρινες ράγες σε σχήμα μικρού μήλου, ένα χαρακτηριστικό που οδήγησε τον Διοσκουρίδη να ονομάσει το φυτό «αντίμηλον». Το συναντάμε φυτρωμένο, ανθισμένο ή καρπισμένο στην μεγαλύτερη διάρκεια του έτους με εξαίρεση το καλοκαίρι.
Η ρίζα του μανδραγόρα είναι σαρκώδης, μεγάλη, κάθετη, διχαλωτή από ένα σημείο και ανθρωπόμορφη σύμφωνα με την λαϊκή παρατηρητικότητα. Με την χαρακτηριστική ανθρωπόμορφη ρίζα του πέρασε από τα πανάρχαια χρόνια στον χώρο της μαγείας.
Η ρίζα του μανδραγόρα περιέχει ατροπίνη, υοσκυαμίνη, σκοπολαμίνη, μανδραγορίνη που είναι ισχυρές κατευναστικές ουσίες. Έτσι θεωρείται από τα περισσότερο τοξικά φυτά της ελληνικής χλωρίδας. Έχει πολλές φαρμακευτικές ιδιότητες (είναι και ομοιοπαθητικό) αλλά δεν χρησιμοποιείται πολύ από την λαϊκή ιατρική (που είναι συνέχεια της αρχαίας) και για την ισχυρή τοξικότητά του αλλά και διότι το ξερίζωμά του έχει συνδεθεί με ένα σωρό δεισιδαιμονίες και μαγικές πρακτικές.
Ετυμολογία:
Mandragora > από το περσικό όνομα mardum guis (= φυτό του ανθρώπου), που πέρασε σε άλλες γλώσσες // από το όνομα κάποιου αρχαίου γιατρού, ο οποίος φαίνεται ότι έκανε εκτεταμένη χρήση του φυτού και είχε επιτυχίες
officinarum > offícina, μεσαιωνικό εργαστήριο για παρακευή φαρμάκων και αρωμάτων = φαρμακευτικό.
Λαϊκό όνομα στην Αμοργό: βουδόγλωσσα, από το σχήμα των φύλλων του.
Φύεται σε πετρώδεις θέσεις και χέρσα χωράφια. Τα φύλλα είναι πολύ μεγάλα, μακρόστενα και σχηματίζουν ρόδακα. Από το κέντρο του ρόδακα αναπτύσσονται τα μικρά κυανάιώδη άνθη με εμφανείς νευρώσεις σαν φλέβες.
Οι καρποί του είναι κίτρινες ράγες σε σχήμα μικρού μήλου, ένα χαρακτηριστικό που οδήγησε τον Διοσκουρίδη να ονομάσει το φυτό «αντίμηλον». Το συναντάμε φυτρωμένο, ανθισμένο ή καρπισμένο στην μεγαλύτερη διάρκεια του έτους με εξαίρεση το καλοκαίρι.
Η ρίζα του μανδραγόρα είναι σαρκώδης, μεγάλη, κάθετη, διχαλωτή από ένα σημείο και ανθρωπόμορφη σύμφωνα με την λαϊκή παρατηρητικότητα. Με την χαρακτηριστική ανθρωπόμορφη ρίζα του πέρασε από τα πανάρχαια χρόνια στον χώρο της μαγείας.
Η ρίζα του μανδραγόρα περιέχει ατροπίνη, υοσκυαμίνη, σκοπολαμίνη, μανδραγορίνη που είναι ισχυρές κατευναστικές ουσίες. Έτσι θεωρείται από τα περισσότερο τοξικά φυτά της ελληνικής χλωρίδας. Έχει πολλές φαρμακευτικές ιδιότητες (είναι και ομοιοπαθητικό) αλλά δεν χρησιμοποιείται πολύ από την λαϊκή ιατρική (που είναι συνέχεια της αρχαίας) και για την ισχυρή τοξικότητά του αλλά και διότι το ξερίζωμά του έχει συνδεθεί με ένα σωρό δεισιδαιμονίες και μαγικές πρακτικές.
Ετυμολογία:
Mandragora > από το περσικό όνομα mardum guis (= φυτό του ανθρώπου), που πέρασε σε άλλες γλώσσες // από το όνομα κάποιου αρχαίου γιατρού, ο οποίος φαίνεται ότι έκανε εκτεταμένη χρήση του φυτού και είχε επιτυχίες
officinarum > offícina, μεσαιωνικό εργαστήριο για παρακευή φαρμάκων και αρωμάτων = φαρμακευτικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου