Οι φίλοι του μπλοκ

Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2008

Drimia numidica - maritima - Σκιλλοκρεμμύδα



 Χώρα 25/09/2007

Η Δριμία η νουμιδική (Drimia numidica (Jord. & Fourr.) J.C.Manning & Goldblatt 2004) είναι βολβώδες μεσογειακό φυτό, οινό φυτό και πλατιά διεσπαμένο φυτό στην Ελλάδα.
Συνώνυμα: Urginea maritima L. (Baker) 1873 // Drimia maritima (L.) Stearn 1978.
Κοινά ονόματα: κρεμμύδα, σκιλλοκρεμμύδα.
Λαϊκό όνομα στην Αμοργό: «σκιλλοκρεμμύδα», «κρομμυδοσκέλλα» και «ασκέλλα», με κυρίαρχο το αρχαίο «σκίλλη».
Βιότοπος: Βραχώδεις ασβεστολιθικές θέσεις, διάκενα δασών, περιστασιακά σε ελαιώνες, σε υψόμετρα 0-800 μ.
Ο βολβός της σκιλλοκρεμύδας είναι ογκώδης και φτάνει σε διάμετρο τα 15 εκατοστά. Σε πολλά σημεία στην Αμοργό ο μισός βολβός είναι πάνω από το έδαφος, είτε γιατί έχει φυτρώσει στην σχισμή κάποιου βράχου είτε γιατί έχει αποπλυθεί το χώμα γύρω του από κάποιο καλοκαρινό μπουρίνι.
Τα φύλλα της είναι λεία, πλατιά και λογχοειδή. Βγαίνουν την άνοιξη σε δέσμη αλλά το καλοκαίρι ξεραίνονται και πέφτουν, λίγο πριν από την άνθηση.
Ο ανθοφόρος βλαστός είναι όρθιος, λεπτός, άφυλλος και κοκκινωπός. Τα άνθη, που σχηματίζουν πυκνή και μακρόστενη ταξιανθία, έχουν τέπαλα λευκά με ρόδινο νεύρο. Παρά το κατά καιρούς όνομά της (maritima - παράλια), η σκιλλοκρεμμύδα βγαίνει παντού και σ' όλα τα εδάφη και φυσικά στα αλατώδη δίπλα στην θάλασσα.
Είναι φυτό δηλητηριώδες αλλά χρησιμοποείται σε πολλές φαρμακευτικές εφαρμογές, ήδη από την αρχαιότητα. Είναι βέβαια και αγαπητό, γιατί θεωρείται σύμβολο καλοτυχίας γι' αυτό και συνεχίζουμε να το κρεμάμε έξω από τις πόρτες την Πρωτοχρονιά. Φαίνεται ότι η συνήθεια αυτή είναι αρχαία, γιατί το ίδιο έκανε και ο Πυθαγόρας ως αλεξιφάρμακο.
Ο Γάλλος περιηγητής Σονινί (Sonnini de Manoncourt) στο ελληνικό χρονικό του γράφει ότι το 1779 που επισκέφθηκε την Αμοργό έμποροι από την Αγγλία φόρτωναν καραβιές με «εγγλέζικο χόρτο» (είδος βαφικού λειχήνα που απέδιδε κόκκινο χρώμα) και σκιλλοκρεμύδες που, όπως γράφει, «είναι ένα φυτό που φυτρώνει ανάμεσα στους βράχους και θεραπεύει τους λειχήνες (έρπητες)».
Ο ίδιος ο Σονινί είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει τα λαμπρά αποτελέσματα της θεραπείας. Και γράφει πως χρησιμοποιούσαν οι νησιώτες τις σκιλλοκρεμμύδες. Έκοβαν ένα κομμάτι από τον βολβό κι έτριβαν με αυτό εκείνο το σημείο του δέρματος που έπασχε, αφού προηγουμένως το χάραζαν για να απορροφήσει καλύτερα τον χυμό. Έτσι εξαφανίζονταν εντελώς οι έρπητες.
«Αλλά στην χώρα των δεισιδαιμονιών», γράφει ο Σονινί, «δεν περιορίζονται μόνο στις εφαρμογές που επιβάλει η πρακτική εμπειρία. Αποδίδουν στην σκιλλοκρεμμύδα και την ιδιότητα να διατηρεί τα δόντια λευκά και ολόγερα. Τρίβοντάς τα με τον βολβό; Όχι. Μόλις δεις σκιλλοκρεμμύδα να φυτρώνει γονατίζεις και δαγκώνεις το φυλλαράκι που προβάλλει από το χώμα, άσπρο όπως είναι με μαύρες βούλες».
Το όνομα της σκιλλοκρεμμύδας είναι αρχαίο. Προέρχεται από την «σκίλλη». Ο Σονινί μας πληροφορεί ότι στα νησιά του Αιγαίου την ονόμαζαν επίσης «κουβαρόσκιλλα» και «αρχιδόσκιλλα», διατηρώντας βέβαια κυρίαρχο το αρχαίο όνομα «σκίλλη».

Ετυμολογία:
Drimia > δριμύς ==> αναφορά στις ουσίες του βολβού που μπορεί να ερεθίσουν το δέρμα.
numidicus, a, um > Numidia Νουμιδία, όνομα ρωμαΐκής επαρχίας στην Βόρεια Αφρική, που σήμερα αντιστοιχεί στην ΒΑ Αλγερία.
Urginea > από το όνομα της αλγερινής φυλής Ben Urgin.
maritimus a, um  > mare = παραθαλάσσιος.


Παρασκευή 5 Σεπτεμβρίου 2008

Carlina gummifera


Η Carlina gummifera (L.) Less. 1832, είναι μεσογειακό φυτό με ευρεία εξάπλωση στην Ελλάδα.
Βιότοπος: χέρσες τοποθεσίες, πετρώδεις θέσεις, ακαλλιέργητα χωράφια σε υψόμετρα 0-750 (-1300) m.
Φυτό πολυετές με πολύ κοντό βλαστό και φύλλα σε ρόδακα κατακείμενα, επιμήκη, πτεροσχιδή με λοβούς αγκαθωτούς.
Στο κέντρο του ρόδακα εκπτύσσεται ένα και μοναδικό ανθοφόρο κεφάλι με διάμετρο μέχρι 6 εκ. με λογχοειδή ακανθωτά βράκτια, τα εσωτερικά επάλληλα με ιώδεις αποχρώσεις.
Ανθίδια πολλά, ρόδινα που παραμένουν για καιρό μετά την ξήρανση των φύλλων.
Φυτό τοξικό που το χρησιμοποιεί η λαϊκή ιατρική. Την γαλακτώδη ουσία, το κόμμι, που εκχύνεται από το φυτό την χρησιμοποιούσαν παλιότερα τα παιδιά σαν μαστίχα.
Ανθίζει Μάιο - Ιούνιο και πάλι Σεπτέμβριο - Οκτώβριο.

Ετυμολογία:
Carlina > γένος αφιερωμένο στο Καρλομάγνο, επειδή υποτίθεται ότι θεράπευσε τον στρατό του από την πανώλη με κάποια καρλίνα.
gummifera > gummi & gummis & cummi, το κόμμι + fero φέρω = κομμιοφόρος.



Παρασκευή 8 Αυγούστου 2008

Η φύση της Ηρακλειάς


Η Ηρακλειά δεν είναι απλώς ένα γειτονικό νησί για την Αμοργό. Είναι ένα συγγενικό νησί, αφού κατοικήθηκε από αμοργιανές οικογένειες μετά το 1860-70. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν πολλοί συγγενείς που ζουν στα δύο νησιά.

Η φύση της Ηρακλειάς έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Παρουσιάζει ομοιότητες με αυτή της Αμοργού αλλά είναι επηρεασμένη και από τη κοντινή της Νάξο. Στην ιστοσελίδα της Ηρακλειάς ( http://www.iraklia.gr ) ο Γιάννης Γαβαλάς έχει κάνει καταπληκτική δουλειά, παρουσιάζοντας φωτογραφικά και άλλα στοιχεία από την πλούσια φύση του νησιου του, χωρισμένα στις ενότητες:
Χλωρίδα. Θαλάσσιο Περιβάλλον. Πανίδα. Έντομα. Ερπετά. Διάφορα.

Συνιστώ την θαυμάσια δουλειά του Γιάννη Γαβαλά. Μπορείτε να την δείτε στη διεύθυνση:


Κι ακόμα καλύτερα να ταξιδέψετε και να δείτε την Ηρακλειά από κοντά...


Τρίτη 15 Απριλίου 2008

Pallenis spinosa

Χώρα 09/04/2004

Η Η Παλληνίς η ακανθώδης [Pallenis spinosa (L.) Cass. 1825] είναι μεσογειακό  φυτό με ευρεία εξάπλωση στην Ελλάδα.
Τοπικό όνομα: τσιτομάτα.
Διετές φυτό με βλαστό διακλαδισμένο, πολύ χνουδωτό. Τα φύλλα είναι επιμήκη, λογχοειδή, χνουδωτά, κοίλα, τα ανώτερα επιφυή.
Βιότοπος: αγροί, βραχώδεις τοποθεσίες, ελαιώνες
Κεφάλια με βράκτια αγκαθωτά, παρόμοια με τα φύλλα, τα εσωτερικά από αυτά κοντύτερα. Δίσκος κίτρινος μέχρι 20 εκ. και περιφερειακά ανθίδια γλωσσοειδή, κίτρινα ή κοκκινωπά.
Ανθίζει από τον Απρίλιο.

Ετυμολογία:
Pallenis > Παλλήνη, αρχαίος δήμο της Αττικής και αρχαία πόλη στην Χαλκιδική = Παλληνίς.
spinosus, -a, um > spina, άκανθα, αγκάθι = ακανθώδης.

Χοζοβιώτισσα 05/04/2007


Δευτέρα 7 Απριλίου 2008

Anchusa azurea

Κατάπολα  06/04/2004


Η Άγχουσα η γαλάζια (Anchusa azurea,  Mill. 1768) είναι μεσογειακό φυτό με εξάπλωση σ' όλη την Ελλάδα.
Συνώνυμα: Anchusa italica Retz. 1779 - Buglossum italicum (Retz.) Tausch 1824
Εκτός από την Αμοργό, στα άλλα νησιά μας αναφέρεται από την Ηρακλειά, την Δονούσα, τα δύο Κουφονήσια και τις Μάκαρες (Άγιος Νικόλαος).
Η ψηλότερη από τις άγχουσες είναι ένα όμορφο φυτό με βλαστό πυκνά διακλαδισμένο, τριχωτό. Φύεται κυρίως σε καλλιεργημένους και παλιούς αγρούς. Ανθίζει την άνοιξη. 
Η κοινή ελληνική του ονομασία είναι «βοϊδόγλωσσα» (από το σχήμα των φύλλων του) κι αποτελεί συνέχεια του αρχαίου ελληνικού «βούγλωσσον», που αναφέρουν ο Θεόφραστος και ο Διοσκουρίδης. Μάλιστα, ως Buglossum italicum το περιέγραψε ο Tausch το 1824. Τελικά, το επίσημο όνομά του είναι Anchusa azurea, επειδή περιγράφτηκε πρώτο με αυτό το όνομα.
Από την κόκκινη ρίζα της Γαλάζιας Άγχουσας παραγόταν στην αρχαιότητα κόκκινη βαφή, που την χρησιμοποιούσαν ως καλλυντικό και ως τέτοιο το γνώριζαν ο Γαληνός και ο Πλίνιος. Ο Διοσκουρίδης αναφέρεται στις φαρμακευτικές του ιδιότητες.


Ετυμολογία:
Anchusa > άγχουσα (φυτό που αναφέρουν οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς με φαρμακευτικές και καλλωπιστικές ιδιότητες).
azurea > lāzwardī (αραβικά > läžwärd (περσικά) > lazur & lazulum (μεσαιωνικά λατινικά), δηλαδή γαλάζια πέτρα = γαλάζιο χρώμα.

Παρασκευή 4 Απριλίου 2008

Matthiola sinuata - αγριοβιολέτα

Μονή Χοζοβιώτισσας 18/04/2005


Η Ματθιόλα η κολπωτή [Matthiola sinuata (L.) R. Br. 1812] είναι ευρωμεσογειακό φυτό, με ευρεία εξάπλωση στην Ελλάδα.
Φυτό διετές, όρθιο, με τα φύλλα της βάσης πολλά, πτεροσχιδή, με χείλη στραμμένα προς τα πάνω (κολπωτά, καμπυλωτά), εξ ου και το όνομα. Τα ανώτερα φύλλα γραμμοειδή, κυματοειδή.
Βιότοπος: παραθαλάσσια ενδιατήματα
Άνθη βιολετιά, εύοσμα μέχρι 2,5 εκ. διάμετρο.
Ανθίζει από τον Μάρτιο.

Ετυμολογία:


Matthiola > γένος αφιερωμένο στον Pierandrea Mattioli (Matthiolus  † 1577) Ιταλό γιατρό.
sinuata > sinuo κολπώνω, καμπυλώνω, κυρτώνω = κολπωτή.

Χώρα - Chora
18/04/2005

Σάββατο 29 Μαρτίου 2008

Lonicera etrusca - αγιόκλημα

Λεύκες Κατάπολα 22/04/2005

Το Lonicera etrusca (Santi 1795)] είναι μεσογειακό φυτό με εξάπλωση σε όλη την Ελλάδα.
Τοπικό όνομα: αγιόκλημα.
Κοινό λαϊκό όνομα: αγιόκλημα, αγριοαγιόκλημα.
Αειθαλής θάμνος με βλαστούς πολύκλαδους και φύλλα γλαυκά, μεγάλα μέρχι 8 εκ., λεία, τα ανώτερα ενωμένα, περίβλαστα.
Βιότοπος: θαμνώνες, δάση, βραχώδεις πλαγιές.
Ανθική στεφάνη σωληνοειδής, δίχειλη, λευκή ή ρόδινη, με μακρείς λευκούς στήμονες.
Ανθίζει από τον Μάιο.
Ετυμολογία:
Lonicera < γένος αφιερωμένο με τον Γερμανό ιατρό και βοτανικό Adam Lonitzer (Lonicerus, 1528-1586).
etrusca < Etruria Ετρουρίa, αρχαία περιοχή της Ιταλίας, στη σημερινή Τοσκάνη.

Τετάρτη 26 Μαρτίου 2008

Dracunculus vulgaris - δρακοντιά

Βρούτσι - Vroutsi
18/04/2006

Το φυτό μπορεί να ξεπεράσει και το 1 μέτρο σε ύψος. Κατά την άνθηση αποπνέει έντονη δυσοσμία, που προσελκύει τις μύγες. Στην Αμοργό ονομάζεται «δρακοντιά» και η συνάντηση μαζί του θεωρείται ένδειξη γρουσουζιάς. Ανθίζει από τον Απρίλιο σε άκρες δρόμων και μονοπατιών και παλιά χωράφια.

Βρούτσι - Vroutsi
04/04/2007


Βρούτσι - Vroutsi
04/04/2007

Τρίτη 25 Μαρτίου 2008

Euphorbia acanthothamnos

Χώρα 28/03/2007

Η Ευφορβία η ακανθόθαμνος (Euphorbia acanthothamnos) στην Αμοργό λέγεται γαλαστοιβή. Είναι πολυετής μαξιλαρόμορφος θάμνος με πολύ διακλαδισμένα και πυκνά αγκαθωτά κλαδιά. Κοινό σ' όλη την Αμοργό, σε πετρώδεις τοποθεσίες. Ανθίζει από τις αρχές Μαρτίου.

Παρασκευή 21 Μαρτίου 2008

Ruta chalepensis subsp. chalepensis

Χώρα - Chora 25/04/2005


Ο απήγανος (Ruta chalepensis L. 1767) είναι μεσογειακό φυτό, με ευρεία εξάπλωση στην Ελλάδα.
Τοπικό όνομα: απήανος
Πολυετής πόα ή μικρός θάμνος με βλαστούς όρθιους, αποξυλωμένους στη βάση, και φύλλα πτεροσχιδή με ωοειδείς, επιμήκεις λοβούς. Τα κίτρινα άνθη έχουν 4-5 ωοειδή, πολύ χαρακτηριστικά κροσσωτά πέταλα και πλατειά λογχοειδή, στικτά σέπαλα. Το φυτό, που αποπνέει μια βαριά μυρουδιά, χρησιμοποιείται από τα παλιά χρόνια μέχρι σήμερα σαν εμμηναγωγό. Σε βραχώδεις τοποθεσίες, ερείπια, φαράγγια.
Ο απήγανος διατηρεί και σήμερα το αρχαίο του όνομα «πήγανον», που αναφέρει ο Θεόφραστος. Είναι πολυετές φαρμακευτικό φυτό με χαρακτηριστική βαριά μυρωδιά.
Φύεται σε ξηρές, πετρώδεις τοποθεσίες και ερείπια. Έχει πικρή γεύση και σε μεγάλες δόσεις είναι τοξικό.
Στην αρχαιότητα χρησιμοποιούσαν τον απήγανο ως φάρμακο κατά της επιληψίας, της υστερίας και των ψυχικών ασθενειών και ως αντίδοτο για τα δηλητήρια.
Ο Διοσκουρίδης το χρησιμοποιούσε για την αντιμετώπιση αναπνευστικών παθήσεων. Ο Πλίνιος υποστήριζε ότι οι ζωγράφοι έτρωγαν απήγανο με το φαγητό τους, για να βελτιώνουν την όρασή τους. Στην λαϊκή ιατρική χρησιμεύει ως εμμηναγωγό, εκτρωτικό, σπασμολυτικό κα ανθελμινικό. Χρησιμοποιούνται κυρίως τα αποξηραμένα
φύλλα του απήγανου.
Τα συστατικά του είναι αιθέριο έλαιο (που περιέχει μεθυλνονυλκετόνη (90%), λεμονίνη, κινεόλη κ.α.), ρουτίνη, φορανοκουμαρίνες, αλκαλοειδή και τανίνες. Είναι ισχυρό βότανο.
*** Από την αρχαιότητα ο απήγανος θεωρείται ότι καταπολεμά την μαγεία και το κακό μάτι. Και σήμερα η λαϊκή παράδοση πιστεύει ότι διώχνει τα κακά πνεύματα από το σπίτι και υποστηρίζει ότι «κανείς δεν πεθαίνει σε σπίτι που έχει απήγανο». Τον χρησιμοποιεί επίσης σε ξόρκια και στο ξεμάτιασμα.

Ετυμολογία:
Ruta > ρυτή (αρχαίο όνομα για τον απήγανο)
chalepensis > Aleppo, το Χαλέπι πόλη της Συρίας = χαλέπιος.

«πήγανον κηπαῖον· Ῥωμαῖοι ῥοῦτα ὁρτήνσις...
πήγανον ὀρεινόν· οἱ δὲ ῥυτὴν ὀρεινήν, Ῥωμαῖοι ῥοῦτα μοντάνα.»

Διοσκουρίδης


.
.

Πέμπτη 20 Μαρτίου 2008

Papaver rhoeas -κουτσουνάδα (παπαρούνα )

20/04/2005


Η Papaver rhoeas L 1753, είναι παλαιογεωγραφικό φυτό, με ευρεία εξάπλωση σε όλη την Ελλάδα.
Βιότοπος: ζιζάνιο αγρών με δημητριακά, ακαλλιέργητα χωράφια, δρόμοι, μπάζα, σε υψόμετρα 0-800 (-1800 στα όρη) μ. 

Τοπικό όνομα: κουτσουνάδα.
Είναι η πιο κοινή παπαρούνα.
Φύλλα πτεροσχιδή, οδοντωτά. Ποδίσκοι έντονα τριχωτοί.
Πέταλα μεγάλα 2-3 εκ., έντονα κόκκινα, συχνά με μαύρη κηλίδα στην βάση. Κωδία κοντή, σχεδόν σφαιρική, λεία, περιτριγυρισμένη από πολλούς στήμονες με ανθήρες μαύρους ή καστανούς.
Ανθίζει μέσα Απριλίου - μέσα Ιουνίου.

Ετυμολογία:
Papaver -eris > μήκων, παπαρούνα.
rhoeas > ροιάς > ροιά (ροδιά) ==> από το έντονα κόκκινο χρώμα των ανθέων = ροιάς

«μήκων ῥοιάς· οἱ δὲ ὀξύγονον, Ῥωμαῖοι παπάβερ ἄλβου‹μ›, Αἰγύπτιοι ναντί».
Διοσκουρίδης

.

Χώρα - Chora
20/04/2005

Τρίτη 18 Μαρτίου 2008

Calicotome villosa - ασπάλαθος

Άγιος Παντελεήμονας 24/03/2006 Κατάπολα

Η Calicotome villosa [(Poir) Link 1808] είναι μεσογειακό φυτό με ευρεία εξάπλωση στην Ελλάδα και στην Αμοργό.
Αμοργιανό όνομα: ασπάλατθας
Κοινό ελληνικό όνομα: ασπάλαθος.
Είναι συχνό θέαμα στην ελληνική φύση, οι κατακίτρινες γεμάτες ασπάλαθους πλαγιές που αναδύουν το γλυκό άρωμα αυτών των όμορφων θάμνων.
Βιότοπος: φράχτες, θαμνότοποι, φρύγανα, σε υψόμετρα 200-1000 μ.
Φυτό με διακλαδώσεις πολύ αγκαθωτές, χνουδωτό, με διακριτές αυλακώσεις κατά μήκος των βλαστών. Φύλλα με τρία μικρά φυλλάρια, χνουδωτά στην κάτω πλευρά.
Άνθη κίτρινα, συνήθως σε δέσμες στις μασχάλες των διακλαδώσεων.
Ανθίζει Μάρτιο - Μάιο.
Ετυμολογία:
Calicotome < κάλυξ (κάλυκος) + τομή ==> αναφέρεται στον κάλυκα που τέμνεται εγκάρσια κατά την ανάπτυξη του άνθους.
villósa < víllus ή véllus, μαλλί = μαλλιαρή, τριχωτή, χνουδωτή.

Δευτέρα 17 Μαρτίου 2008

Symphytum davisii ssp. davisii - Σύμφυτο

φαράγγι Αρακλού
26/03/2007

Το Σύμφυτο του Ντέιβις (Symphytum davisii) είναι πολυετές φυτό, ενδημικό Αμοργού, Νάξου, Σικίνου, νησίδας Καρδιώτισσα, Ικαρίας. Η μέχρι τώρα επιστημονική κατάταξη το χωρίζει σε 4 υποείδη (davisii, cycladense (Σίκινος), naxicola, icaricum), όλα τοπικά ενδημικά.
Το τυπικό υποείδος Symphytum davisii, Wikens 1969 subsp. davisii είναι ενδημικό της Αμοργού. Θεωρείται πολύ σπάνιο, τρωτό, με προτεραιότητα προστασίας πρωτεύουσα και γι΄αυτό προστατεύεται από την ελληνική νομοθεσία και ευρωπαϊκούς κανονισμούς.
Αναφέρεται από το φαράγγι τ' Αρακλού στην Αιγιάλη, το Ρέμα του Φονιά στα Κατάπολα, ρεματιά στα Θολάρια, το μονοπάτι Βρούτση-Κατάπολα και τον Κρίκελο σε υψόμετρα 350-500 μ.
Βιότοπος: πετρώδεις και βραχώδεις θέσεις εποχικά υγρές και σκιερές, θαμνώνες, σε ρεματιές και χαράδρες σε υψόμετρα 0-900 μ.
Ποώδες πολυετές φυτό με παχιά, ξυλώδη και τριχωτή βάση. Φύλλα ωοειδή με οδοντωτά και ελαφρώς κυματοειδή περιθώρια. Ταξιανθίες απλές με 10-20 λευκά άνθη.
Τα σύμφυτα θεωρούνται ισχυρά φαρμακευτικά φυτά και χρησιμοποιούνται από την ομοιοπαθητική για την αποκατάσταση καταγμάτων, παθήσεις των οστών και οφθαλμικά τραύματα.
Άνθιση: Απρίλιος - αρχές Μαΐου.

Ετυμολογία:
Symphytum > συν + φυτό ==> φυτό που αναπτύσσεται σε ομάδες = Σύμφυτο
davisii > προς τιμήν του Άγγλου βοτανικού Peter Hadland Davis (1918-1992), που ερεύνησε την χλωρίδα της Τουρκίας και των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου.
.

Κυριακή 16 Μαρτίου 2008

Gagea graeca

Κατάπολα - 31/03/2007

Η Gagea graeca (L.) Irmisch 1863 είναι φυτό των Βαλκανίων και της Ανατολίας, με μεγάλη εξάπλωση σε όλη την Ελλάδα, εκτός της βόρειας χώρας.
Βιότοπος: βραχώδεις πλαγιές, διάκενα δασών, αραιά δάση σε υψόμετρα 0-700 (-1100) μ.
Πολυετές γεώφυτο με βολβό μοναχικό, συχνά μπλεγμένο με ρίζες και εδαφικά σωματίδια και σκούρο μοβ-κόκκινο χιτώνα.
Βλαστοί λεπτοί, εύκαμπτοι, ύψους 5-15 εκ.
Φύλλα βελονοειδή, τα περισσότερα παράρριζα.
Άνθη 1-5, εξαμερή, κωδωνοειδή, λευκά με σκούρες νευρώσεις.
Άνθιση τέλη Μαρτίου - αρχές Ιουνίου.

Ετυμολογία:
Gagea > προς τιμήν του άγγλου φυσιοδίφη Thomas Gage (1781 - 1820).
graeca > Graecia (το όνομα της Ελλάδας στα λατινικά).

Τετάρτη 12 Μαρτίου 2008

Petrorhagia dubia

Όρμος Αιγιάλης 26/03/2007i

Η Πετροραγία η αμφίβολη [Petrorhagia dubia (Raf.) G.López & Romo 1988] είναι μεσογειακό φυτό, με εξάπλωση σε όλη την Ελλάδα.
Συνώνυμο: Petrorhagia velutina (Guss.) P.W. Ball & Heywood.
Βιότοπος: πετρώδεις τοποθεσίες, χέρσα χωράφια, ελαιώνες, παράκτια ενδιαιτήματα  σε υψόμετρα 0-1200 (-1800) μ.
Μονοετές φυτό με βλαστό ψηλό, 10-40 εκ., χνουδωτό.
Φύλλα μικρά, γραμμοειδή.
Κάλυκας ωοειδής με πλατιά λέπια και πέταλα ανοιχτορόδινα, δίλοβα, με σκούρες νευρώσεις
Ανθίζει Μάρτιο - Ιούνιο.

Ετυμολογία:
Petrorhagia > πέτρα + ραγή (ελληνιστική: ραγάς, ραγάδος) ρωγμή, ρήγμα, σχισμή ==> αναφορά   στο περιβάλλον ανάπτυξης τέτοιων φυτών, στις ρωγμές των πετρωμάτων και στα διάκενα ανάμεσα στις πέτρες = Πετροραγία.
dúbius, a, um = αμφίβολη, αβέβαιη.
velútinus, a, um > από την γαλλική λέξη velu βελούδο = βελούδινη.

Τρίτη 11 Μαρτίου 2008

Muscari comosum - βορβός

26/03/2007

Το Muscari comosum [(L.) Mill. 1768] έχει μεγάλη εξάπλωση στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. 
Αμοργιανό όνομα: βορβός.
Βιότοπος: παραδοσιακά καλλιεργούμενα και ακαλλιέργητα χωράφια, όρια αγρών, λιβάδια σε υψόμετρα 0-1800 μ.. Συχνά σε μεγάλους πληθυσμούς. 
Είναι γεώφυτο, έχει δηλαδή ρίζωμα με αποθηκευτικούς βολβούς. Φύλλα μέχρι 3 εκ. πλάτος και 40 εκ. μήκος, κοίλα. 
Ανθοταξία βότρυς, στο κάτω μέρος αραιός με καστανά άνθη και στην κορυφή πιο πυκνός με άνθη κυανοϊώδη. Τα ανώτερα άνθη είναι άγονα. 
Ανθίζει την άνοιξη.
Ετυμολογία:
Muscari < μόσχος (σχετίζεται με το περσικό mushka = γεννητικός αδένας), ελαιώδες, έντονα αρωματικό υγρό που βγαίνει από τον γενετικό αδένα του ασιατικού ελαφιού «μόσχος ο μοσχοφόρος» (πρβ: μοσκοβολώ, μοσχοκάρυδο, μοσχοσάπουνο, μοσχοστάφυλο). Ίσως επειδή φυτά του γένους Muscari είναι πολύ αρωματικά.
comosum < coma (λατιν.) < κόμη (οι τρίχες της κεφαλής ==-> κομήτης, αυτός που έχει μακριά κόμη) = εύκομο.

Είναι το φυτό που δίνει τους αφροδισιακούς βολβούς, οι οποίοι μοιάζουν με κρεμμυδάκια. Οι βολβοί του έχουν πικρή γεύση και τρώγονται από την αρχαιότητα, γιατί θεωρούνται ότι έχουν ισχυρές αφροδισιακές και θεραπευτικές ιδιότητες. Ο Ιππποκράτης και ο Διοσκουρίδης χρησιμοποιούσαν τους βολβούς για πολλές ασθένειες. Την ίδια άποψη έχουν και οι σύγχρονοι Έλληνες που τρώνε τους βολβούς με τον αρχαίο τρόπο, δηλαδή ψημένους και αρτυμένους με ξύδι, όπως συνιστά ο Διοσκουρίδης.
Οι βολβοί συλλέγονται πριν την περίοδο του Πάσχα. Διατηρούνται στο ξύδι και αποθηκεύονται σε βάζα. Οι βολβοί του M. comosum αποτελούν, ειδικά στην Κρήτη, εξαιρετικό μεζέ με το όνομα σκορδουλάκοι.

Αρχαίες συμβουλές:
«Άριστοι βολβοί είναι οι βασιλικοί που έχουν κόκκινο χρώμα. Δεύτερης ποιότητας είναι οι λευκοί από τη Λιβύη. Χειρότεροι από όλους είναι οι αιγυπτιακοί». Αθήναιος
«Οι βολβοί ταιριάζουν με το τυρί, το μέλι, το κρεμμύδι και το ξύδι. Αν τους φας χωρίς αυτά, τότε είναι άθλιοι και πικροί». Φιλήμων

18/04/2005
.

Παρασκευή 7 Μαρτίου 2008

Ophrys phryganae - Οφρύς των φρυγάνων

Χώρα 28/03/2006 Chora

Η Οφρύς των φρυγάνων (Ophrys phryganae) στην Αμοργό λέγεται «ψείρα» από το σκούρο στόλισμα σε κίτρινο περίγραμμα που έχει το άνθος της. Είναι εύρωστο φυτό με υψηλό βλαστό, ο οποίος το κάνει να ξεχωρίζει μέσα από την ανοιξιάτικη βλάστηση σχηματίζοντας μεγάλες συστάδες, όπως φαίνεται στην φωτογραφία κάτω. Η ορχιδέα αυτή είναι πολύ κοινή σε όλα τα μέρη της Αμοργού. Παρά την επιστημονική της ονομασία (των φρυγάνων) την συναντούμε στις άκρες χωραφιών, ελαιώνες και παλιούς αγρούς, πολλές φορές μαζί με άλλες ορχιδέες (Op. iricolor, Op. ferrum), όπως φαίνεται στην τελευταία (τέταρτη) φωτογραφία. Ανθίζει από τον Μάρτιο.



Πέμπτη 6 Μαρτίου 2008

Juniperus turbinata - φείδα

Δύο αρχαίες φίδες στην Καλοταρίτισσα - Κάτω Μεριά
06/04/2004

Μία δενδρώδης φίδα, ηλικίας πολλών αιώνων, στα Κατάπολα
 02/09/2006

Η Φοινική Άρκευθος ή αγριοκυπάρισσο ή φείδα (Juniperus phoenicea L. 1753) είναι μεσογειακό φυτό, με ευρεία εξάπλωση στην Ελλάδα, με εξαίρεση την βόρεια χώρα.
Τοπικό όνομα στην Αμοργό: φείδα (φίδα).
Βιότοπος: βραχώδεις και αμμώδεις, κυρίως παράκτιοι. ασβεστολιθικοί βιότοποι, σε υψόμετρα 0-600 μ.
Η φείδα έχει κορμό που διακλαδίζεται από τη βάση.
Φύλλα συνήθως λεπιοειδή.
Οι καρποί του είναι σφαιρικοί, πράσινοι και κατά την ωρίμανση καφεκόκκινοι.
Κατά μία τελευταία επιστημονική αναθεώρηση (Adams & al., 2013) η φείδα ανήκει στο είδος Juniperus turbinata Guss που εξαπλώνεται μέχρι την ΝΔ Ασία. Το είδος Juniperus phoenicea περιορίζεται σε Γαλλία και Ισπανία.
Είναι πολύ ανθεκτικό φυτό στο ξηροθερμικό περιβάλλον των Κυκλάδων.
Στην Αμοργό υπάρχει παντού, από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι τις κορυφές των βουνών, σε θαμνώδη και δενδρώδη μορφή. Για να εξελιχθεί σε δέντρο η φείδα χρειάζεται κλάδεμα και διάρκεια πολλών εκατοντάδων ετών.
Στο ψηλότερο βουνό της Αμοργού, στον Κρίκελο της Αιγιάλης, υπήρχε πολύ αρχαίο και πυκνό δάσος με φείδες και πουρνάρια αλλά το κατάστρεψε μια φωτιά που ξέσπασε το 1835 και κράτησε πολλές εβδομάδες. Σήμερα διασώζονται μερικές πανάρχαιες φείδες στον Κρίκελο σε πολύ απόκρημνα μέρη, που δεν τα έφτασε η μεγάλη φωτιά του 1835. Ίσως να είναι από τα αρχαιότερα δέντρα στο Αιγαίο.

Ετυμολογία:
Juniperus > junix δάμαλις (νεαρή αγελάδα που δεν έχει γεννήσεις) + pario γεννώ ==> για υποτιθέμενες ιδιότητες που ευνοούν τον τοκετό = Γιουνίπερος.
phoeníceus, a, um > φοινικιούς (σκουροκόκκινο χρώμα, όπως οι καρπόί του φοίνικα) ==> από το χρώμα των ώριμων καρπών της φείδας..

Συστάδα με θαμνώδεις φίδες
Κατάπολα - 01/08/2004

Συστάδα με θαμνώδεις φίδες
Κατάπολα - 01/08/2004

Τετάρτη 5 Μαρτίου 2008

Lathyrus clymenum - λαθούρι

Κατάπολα 25/03/2007

Πολυετές φυτό, αναρριχώμενο, συγγενές με το κατσούνι που δίνει την περίφημη αμοργιανή φάβα. Φυτρώνει την άνοιξη σε ελαιώνες και αγρούς. Διατηρείται το αρχαίο όνομα «λάθυρος».

Τρίτη 4 Μαρτίου 2008

Iris germanica - Ίρις η γερμανική

Κατάπολα 06/03/2006

Η Ίριδα η γερμανική (Iris germanica L. 1753), είναι ευρωασιατικό φυτό φυτό, με ευρεία εξάπλωση στην Ελλάδα.
Βιότοπος: αυτοφύεται  σε βραχώδεις, περιοχές, κυρίως στην Ήπειρο και την Μακεδονία αλλά και σε βουνά της κεντρικής Ελλάδας. Τοποθετείται ως καλλωπιστικό σε άκρες αμπελιών, ελαιώνων, περιβολιών και αγρών σε πολλές περιοχές της χώρας και κυρίως στα νησιά.
Από την Βόρεια Πελοπόννησο (Χελμός, Ζήρεια) και την Οίτη έχει περιγραφεί η παρόμοια Iris hellenica, Mermygkas, Kit Tan & Yannitsaros 2010, ως ελληνικό ενδημικό σε διάκενα δασών ελάτης.
Γενικά, η Iris germanica θεωρείται από τους βοτανικούς είδος άγνωστης προέλευσης. Πιθανολογείται ότι είναι υβρίδιο ή ιθαγενές του παραμεσογειακού χώρου και της Νότιας Ευρώπης (Γιαννίτσαρος 1991). Σήμερα αυτοφύεται σε μεγάλο μέρος της Ελλάδας, συνήθως σε ελαιώνες και κοντά σε παλιά χωράφια ως εγκλιματισμένος δραπέτης καλλωπιστικής καλλιέργειας.
Είναι πολυετές φυτό με χονδρό, σαρκώδες ρίζωμα και ύψος 1 μέτρο και περισσότερο.
Φύλλα λογχοειδή μέχρι 80 εκ.
Άνθη μεγάλα, 8-10 εκ. Τα όρθια πέταλα έχουν χρώμα μοβ ανοιχτό και τα κυρτά μοβ σκούρο με λευκό προς την βάση τους και σκούρες νευρώσεις. Τα τρία κυρτά πέταλα έχουν στην βάση τους «πώγωνα» με πυκνές κιτρινωπές τρίχες.
Ανθίζει από τον Μάρτιο.
Ετυμολογία:
Iris < Ίρις, η αγγελιαφόρος των θεών.
germanica < Germania.

Κατάπολα - Katapola
31/03/2006

Δευτέρα 3 Μαρτίου 2008

Moraea sisyrinchium (Gynandriris sisyrinchium)

Χώρα - Chora
30/03/2006

Η Moraea sisyrinchium (L.) Ker Gawl. 1804, είναι μεσογειακό φυτό, με εξάπλωση στην νότια και νησιωτική Ελλάδα.
Βιότοπος: φρύγανα, ξηρά λιβάδια, ελαιώνες, βραχώδεις περιοχές, σε υψόμετρα 0-600 (-1100) μ.
Συνώνυμο: Gynandriris sisyrinchium (L.) Parl. 1854
Πολυετές γεώφυτο.
Βλαστοί όρθιοι με 1-6 άνθη.
Φύλλα βελονοειδή, αυλακωτά με μήκος έως 50 εκ.
Άνθη γαλάζια, με διάμετρο έως 5 εκ. και μικρή διάρκεια ζωής. Τα εξωτερικά τμήματα του περιανθίου φέρουν λευκή κηλίδα με ιώδη στίγματα
Ανθίζει Φεβρουάριο - Μάιο.

Ετυμολογία:
Moraea > το 1758 ο Σκωτσέζος βοτανικός Philip Miller αφιέρωσε το όνομα του γένους Morea στον Robert More (1703-1780), Άγγλο ερασιτέχνη βοτανικό. Όμως ο Λινναίος (Linnaeus) αργότερα άλλαξε το όνομα σε Moraea, συσχετίζοντάς το με το επώνυμο του πεθερού του Johan Moraeus.
sisyrinchium  > σισυρίγχιoν, όνομα φυτού με γλυκό βολβό που αναφέρεται από τον Θεόφραστο.
Gynandriris > γυνή + ανήρ ανδρός ==> επειδή τα θηλυκά και αρσενικά αναπαραγωγικά όργανα του φυτού είναι ενωμένα.

«ἴδιον δὲ τοῦ σισυριγχίου τὸ τῆς ῥίζης αὐξάνεσθαι τὸ κάτω πρῶτον, ὃ καλοῦσι...»
Θεόφραστος
.


Χώρα - Chora
30/03/2006



Αρκεσίνη - Κάτω Μεριά
Arkesini - Kato Meria
23/03/2006

Κυριακή 2 Μαρτίου 2008

Sonchus asper - ζοχός - άτσοχας

19/04/2005

Διετές φυτό, κοσμοπολίτικο. Κεφάλια μεγάλα, 20-30 χιλ. Σε καλλιεργούμενες εκτάσεις και άκρες δρόμων. Η κοινή ονομασία «ζοχός» αποτελεί παραφθορά του αρχαίου ονόματος «σόγχος». Στην Αμοργό χρησιμοποιείται το παραμφερές όνομα «άτζοχας». Άγριο λαχανικό. Βραστό κάνει πολύ καλές σαλάτες. Και το ζουμί του (με λεμόνι), εμτά το βράσιμο, θεωρείται καλό δυναμωτικό. Λαχανεύονται τα νεαρά φυτά στην διάρκεια του χειμώνα και νωρίς την άνοιξη. Οι βλαστοί του περιέχουν ένα γαλακτώδες υγρό. Είναι φυτό φαρμακευτικό, ορεκτικό, στομαχικό και διουρητικό. Ανθίζει από τον Απρίλιο και μετά.

Σάββατο 1 Μαρτίου 2008

Convolvulus althaeoides - άγριο περικοκλάδι

Καστελόπετρα 10/04/2005 Χώρα

Μεσογειακό φυτό με εξάπλωση σε όλη την Ελλάδα.
Βιότοπος: βραχώδεις και πετρώδεις πλαγιές με φρύγανα, ανοιχτό κωνοφόρο δάσος, χωράφια σε αγρανάπαυση σε υψόμετρα 0-700 (-1200) μ. και περιστασιακά έως 1600 μ. στην ηπειρωτική χώρα.
Πολυετές φυτό, που συνήθως έρπει η αναρριχάται, με λεπτό βλαστό έως 100 εκ. Φύλλα εναλλάσοντα με αραιό τρίχωμα.
Άνθη 1-3 με μακρείς μασχαλιαίους μίσχους, ρόδινα με σκούρο λαιμό.
Άνθιση: Μάρτιος - Ιούνιος.
Ετυμολογία:
Convolvulus < convólvo (λατιν.) διαπλέκω ==> για τα συχνά άστατα στελέχη των ειδών αυτού του γένους = Κονβόλβουλος.
althaeoides < Althaea + είδος = αλθαιοειδής (με παρόμοια φύλα σαν της Αλθαίας)ς .

Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2008

Convolvulus oleifolius

Κατάπολα 31/03/2007

Ο Κονβόλβουλος ο ελαιόφυλος (Convolvulus oleifolius Desr. 1792) είναι μεσογειακό φυτό. Στην Ελλάδα εξαπλώνεται στην κεντρική, νότια και νησιωτική χώρα.

Στην Αμοργό αναφέρεται από τα Κατάπολα, τον Κάτω Κάμπο της Κάτω Μεριάς, την νησίδα Βιόκαστρο της Χώρας και τις βραχονησίδες Πατελίδι και Κισήρι.

Φύεται επίσης στην Ηρακλειά και τις νησίδες Μεγάλος Άβελας και Μικρός Άβελας, την Κέρο, τις Μάκαρες, την Αμοργοπούλα (Άνυδρο), την βραχονησίδα Κοπριά του Κουφονησιού.
Φυτό πολυετές με ξυλώδη βλαστό και φύλλα λογχοειδή-γραμμοειδή ασημόχρωμα, παρόμοια μ' αυτά της ελιάς.
Βιότοπος: πετρώδεις τοποθεσίες και φρύγανα, συχνά κοντά στη θάλασσα.
Άνθη ανοιχτορόδινα ή λευκωπά μέχρι 30 εκ. διάμετρο, σε επάκριες ταξιανθίες.
Ανθίζει από τον Μάρτιο.

Ετυμολογία:
Convolvulus > convólvo (λατιν.) διαπλέκω - για τα συχνά άστατα στελέχη των ειδών αυτού του γένους = Κονβόλβουλος
oleifolius > ελαία > olea + folium φύλλο = ελαιόφυλλος.