Οι φίλοι του μπλοκ
Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2011
Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011
Ένα δελφίνι στην Καλοταρίτισσα
02/04/2008
φωτογραφίες Γιάννης Δεσποτίδης
Το απόγευμα της Τετάρτης, 02/04/2008, εντοπίστηκε
ένα δελφίνι να έχει πιάσει τα ρηχά στην Καλοταρίτισσα. Διαπιστώθηκε ότι ήταν
σοβαρά χτυπημένο στο φτερό του. Ακολούθησε κινητοποίηση στην Κάτω Μεριά για να
σωθεί το χτυπημένο δελφίνι.
Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2011
Τα πουλιά στην Ηρακλειά των Κυκλάδων
του Γιάννη Γαβαλά
Το νησί της Ηρακλειάς βρίσκεται νότια της Νάξου και ανήκει στις Μικρές Ανατολικές Κυκλάδες μαζί με Αμοργό, Δονούσα, Σχινούσα, Κέρο και Κουφονήσια. Είναι ο τόπος καταγωγής μου και διαμένω οικογενειακά εκεί από το 1991 που εγκατέλειψα οριστικά και αμετάκλητα την Αθήνα. Σε ένα μικρό νησί μπορεί κανείς να μελετήσει τη φύση πολύ αποτελεσματικά, ειδικά αν η μελέτη του διαρκέσει πολλά χρόνια. Έτσι κι εγώ στον ελεύθερο χρόνο μου μελετώ συστηματικά την πανίδα και τη χλωρίδα του νησιού.
Ο πρώτος τομέας έρευνάς μου ήταν τα πουλιά, τα οποία παρατηρώ τα τελευταία 13 χρόνια.
Μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί εδώ 174 είδη πουλιών, αρκετά εκ των οποίων απειλούμενα και προστατευόμενα σε παγκόσμιο επίπεδο. Από αυτά 26 είναι αρπακτικά. Τα επιδημητικά είδη που φωλιάζουν είναι 17, ενώ αυτά που φωλιάζουν περιστασιακά ή ως καλοκαιρινοί επισκέπτες είναι 9. Μεγάλος είναι ο αριθμός τυχαίων επισκεπτών, αφού 59 είδη πουλιών έχουν παρατηρηθεί το πολύ 5 φορές. Τέλος, 89 είδη είναι χειμερινοί επισκέπτες ή περνάνε κατά τη μετανάστευση. Από αυτούς τους αριθμούς βλέπει κανείς ότι τα περισσότερα είδη πουλιών εμφανίζονται στο νησί κατά τη διάρκεια της μετανάστευσης ή διαχειμάζουν.
Οι κινήσεις των πουλιών είναι συνεχείς με αποτέλεσμα την συνεχή αλλαγή των ειδών που παρατηρούνται στο νησί, αν εξαιρέσουμε το 2ο 15ήμερο του Ιουνίου που βλέπει κανείς μόνο τα φωλιάζοντα είδη.
Ας δούμε λοιπόν τις αλλαγές αυτές αναλυτικά.
Ανοιξιάτικη μετανάστευση
Διαρκεί από μέσα Φεβρουαρίου ως μέσα Ιουνίου, με διαφορετικές ημερομηνίες περάσματος για κάθε είδος. Χαρακτηριστικό της περιόδου αυτής είναι το λαμπρό φτέρωμα των αρσενικών που είναι έτοιμα για ζευγάρωμα, καθώς και ο μικρός σχετικά αριθμός τους, αφού τα πουλιά που κατορθώνουν να επιστρέψουν από την Αφρική είναι πολύ λιγότερα από αυτά που αναχώρησαν το προηγούμενο φθινόπωρο. Τα πρώτα πουλιά που έρχονται από την Αφρική είναι το λευκοχελίδονο, ο τσαλαπετεινός και ο σταχτοπετρόκλης. Ο αριθμός ειδών αυξάνεται σταδιακά και η κορύφωση παρουσιάζεται τον Απρίλη. Τον Μάη αρχίζει η μείωση, αλλά παρατηρούνται αρκετά μεγάλα και πολύχρωμα πουλιά, που διακρίνει και ο πιο αρχάριος παρατηρητής, δηλαδή μελισσοφάγοι, συκοφάγοι, τρυγόνια και λίγες χαλκοκουρούνες. Η ανοιξιάτικη μετανάστευση τελειώνει με τα τελευταία κοπαδάκια αργοπορημένων μελισσοφάγων.
Καλοκαιρινοί επισκέπτες
Μερικά από τα πουλιά που περνάνε την άνοιξη, μένουν στο νησί για να φωλιάσουν και να ξαναφύγουν. Τα πιο κοινά είναι οι ασπροκώλες και οι μαυροσταχτάρες. Το πιο ενδιαφέρον είδος είναι ο μαυροπετρίτης, το σημαντικότατο γεράκι που διαχειμάζει στη Μαδαγασκάρη και έρχεται για φώλιασμα στη Μεσόγειο με τον μεγαλύτερο πληθυσμό του στις βραχονησίδες του Αιγαίου. Άλλα ενδιαφέροντα είδη είναι τα θαλασσοπούλια αρτέμης και μύχος.
Φθινοπωρινή μετανάστευση
Διαρκεί από αρχές Ιουλίου μέχρι μέσα Νοεμβρίου. Την περίοδο αυτή τα περισσότερα πουλιά είναι ανήλικα που γεννήθηκαν πριν λίγους μήνες και δεν έχουν αποκτήσει ακόμη το τελικό τους πτέρωμα, με αποτέλεσμα να είναι πιο δύσκολη η αναγνώριση του είδους τους. Πιο ενδιαφέρων μήνας είναι ο Σεπτέμβριος που έχει το πέρασμα των περισσοτέρων ειδών, με πιο σημαντικά τα αρπακτικά που έχουν τότε το κύριο πέρασμά τους. Όπως και στην ανοιξιάτικη μετανάστευση, ο αριθμός των πουλιών που παρατηρούνται έχει άμεση σχέση με τις καιρικές συνθήκες, καθώς όταν ο άνεμος είναι ευνοϊκός τα πουλιά περνάνε χωρίς να σταματήσουν ενώ όταν είναι αντίθετος πολλά πουλιά σταθμεύουν για ανάπαυση.
Χειμερινοί επισκέπτες
Κάθε χρόνο πολλά πουλιά διαχειμάζουν νοτιότερα από την περιοχή που φωλιάζουν, χωρίς όμως να φτάνουν μέχρι την Αφρική. Έτσι η Ελλάδα δέχεται πολλούς χειμερινούς επισκέπτες από βορειότερες χώρες. Η νότια Ελλάδα φιλοξενεί επιπλέον πολλά πουλιά της βόρειας Ελλάδας. Η προσέλευση των χειμερινών επισκεπτών αρχίζει στα τέλη Σεπτεμβρίου με τους πρώτους κοκκινολαίμηδες, κορυφώνεται το δεύτερο 15ήμερο του Οκτωβρίου και συνεχίζεται μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου. Η αποχώρησή τους αρχίζει από τα τέλη Ιανουαρίου και διαρκεί μέχρι τις αρχές Απριλίου. Κάποιες χρονιές, ξαφνικές κακοκαιρίες στα βόρεια αναγκάζουν τα πουλιά να μετακινηθούν πολύ νοτιότερα από τις καθιερωμένες περιοχές διαχείμασης, δίνοντας την ευκαιρία στους κατοίκους της νότιας Ελλάδας να απολαύσουν εξωτικά γι αυτούς είδη. Όπως βλέπουμε οι μετακινήσεις των χειμερινών επισκεπτών σε κάποιες περιόδους συμπίπτουν με τις 2 μεταναστεύσεις με αποτέλεσμα την μεγάλη διάρκεια μετακινήσεων των πουλιών που καλύπτει σχεδόν όλο το έτος. Επίσης δεν μπορούμε να διακρίνουμε πάντοτε τι είδους μετακίνηση κάνει 1 πουλί. Για παράδειγμα όταν βλέπω τον Οκτώβριο έναν κοκκινολαίμη, δεν γνωρίζω αν θα διαχειμάσει εδώ, στην Κρήτη ή στην βόρεια Αφρική που είναι η νοτιότερη περιοχή εξάπλωσής του. Ή βλέποντας μια λευκοσουσουράδα, δεν γνωρίζω αν είναι κάποια από αυτές που μένουν όλο το έτος στο νησί, ή κάποια που ήρθε για να διαχειμάσει, ή κάποια που απλά μετακινείται και θα διαχειμάσει νοτιότερα. Η φύση έχει προνοήσει ώστε τα πουλιά να μην έχουν όλα την ίδια συμπεριφορά, ώστε να λειτουργεί σωστά η φυσική επιλογή και πάντοτε να επιβιώνουν αρκετά πουλιά για να διαιωνίσουν το είδος. Για σκεφτείτε τι θα γινόταν αν όλα τα άτομα ενός είδους μετακινούνταν ταυτόχρονα και μια ξαφνική κακοκαιρία εξαφάνιζε ολόκληρο είδος κατά τη διάρκεια της μετανάστευσής του πάνω από τη Μεσόγειο.
Βλέπετε λοιπόν πόσα πράγματα μπορεί να μάθει κανείς μελετώντας τις μετακινήσεις των πουλιών. Μπορεί βέβαια κάποιος απλά να απολαμβάνει την ομορφιά τους και να περνάει ευχάριστα τον ελεύθερο χρόνο του. Έτσι, αφήστε τα τουφέκια και πιάστε κυάλια και φωτογραφικές μηχανές. Ο θαυμαστός κόσμος των πουλιών περιμένει να τον ανακαλύψετε.
Ο πρώτος τομέας έρευνάς μου ήταν τα πουλιά, τα οποία παρατηρώ τα τελευταία 13 χρόνια.
Μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί εδώ 174 είδη πουλιών, αρκετά εκ των οποίων απειλούμενα και προστατευόμενα σε παγκόσμιο επίπεδο. Από αυτά 26 είναι αρπακτικά. Τα επιδημητικά είδη που φωλιάζουν είναι 17, ενώ αυτά που φωλιάζουν περιστασιακά ή ως καλοκαιρινοί επισκέπτες είναι 9. Μεγάλος είναι ο αριθμός τυχαίων επισκεπτών, αφού 59 είδη πουλιών έχουν παρατηρηθεί το πολύ 5 φορές. Τέλος, 89 είδη είναι χειμερινοί επισκέπτες ή περνάνε κατά τη μετανάστευση. Από αυτούς τους αριθμούς βλέπει κανείς ότι τα περισσότερα είδη πουλιών εμφανίζονται στο νησί κατά τη διάρκεια της μετανάστευσης ή διαχειμάζουν.
Οι κινήσεις των πουλιών είναι συνεχείς με αποτέλεσμα την συνεχή αλλαγή των ειδών που παρατηρούνται στο νησί, αν εξαιρέσουμε το 2ο 15ήμερο του Ιουνίου που βλέπει κανείς μόνο τα φωλιάζοντα είδη.
Ας δούμε λοιπόν τις αλλαγές αυτές αναλυτικά.
Ανοιξιάτικη μετανάστευση
Διαρκεί από μέσα Φεβρουαρίου ως μέσα Ιουνίου, με διαφορετικές ημερομηνίες περάσματος για κάθε είδος. Χαρακτηριστικό της περιόδου αυτής είναι το λαμπρό φτέρωμα των αρσενικών που είναι έτοιμα για ζευγάρωμα, καθώς και ο μικρός σχετικά αριθμός τους, αφού τα πουλιά που κατορθώνουν να επιστρέψουν από την Αφρική είναι πολύ λιγότερα από αυτά που αναχώρησαν το προηγούμενο φθινόπωρο. Τα πρώτα πουλιά που έρχονται από την Αφρική είναι το λευκοχελίδονο, ο τσαλαπετεινός και ο σταχτοπετρόκλης. Ο αριθμός ειδών αυξάνεται σταδιακά και η κορύφωση παρουσιάζεται τον Απρίλη. Τον Μάη αρχίζει η μείωση, αλλά παρατηρούνται αρκετά μεγάλα και πολύχρωμα πουλιά, που διακρίνει και ο πιο αρχάριος παρατηρητής, δηλαδή μελισσοφάγοι, συκοφάγοι, τρυγόνια και λίγες χαλκοκουρούνες. Η ανοιξιάτικη μετανάστευση τελειώνει με τα τελευταία κοπαδάκια αργοπορημένων μελισσοφάγων.
Καλοκαιρινοί επισκέπτες
Μερικά από τα πουλιά που περνάνε την άνοιξη, μένουν στο νησί για να φωλιάσουν και να ξαναφύγουν. Τα πιο κοινά είναι οι ασπροκώλες και οι μαυροσταχτάρες. Το πιο ενδιαφέρον είδος είναι ο μαυροπετρίτης, το σημαντικότατο γεράκι που διαχειμάζει στη Μαδαγασκάρη και έρχεται για φώλιασμα στη Μεσόγειο με τον μεγαλύτερο πληθυσμό του στις βραχονησίδες του Αιγαίου. Άλλα ενδιαφέροντα είδη είναι τα θαλασσοπούλια αρτέμης και μύχος.
Φθινοπωρινή μετανάστευση
Διαρκεί από αρχές Ιουλίου μέχρι μέσα Νοεμβρίου. Την περίοδο αυτή τα περισσότερα πουλιά είναι ανήλικα που γεννήθηκαν πριν λίγους μήνες και δεν έχουν αποκτήσει ακόμη το τελικό τους πτέρωμα, με αποτέλεσμα να είναι πιο δύσκολη η αναγνώριση του είδους τους. Πιο ενδιαφέρων μήνας είναι ο Σεπτέμβριος που έχει το πέρασμα των περισσοτέρων ειδών, με πιο σημαντικά τα αρπακτικά που έχουν τότε το κύριο πέρασμά τους. Όπως και στην ανοιξιάτικη μετανάστευση, ο αριθμός των πουλιών που παρατηρούνται έχει άμεση σχέση με τις καιρικές συνθήκες, καθώς όταν ο άνεμος είναι ευνοϊκός τα πουλιά περνάνε χωρίς να σταματήσουν ενώ όταν είναι αντίθετος πολλά πουλιά σταθμεύουν για ανάπαυση.
Χειμερινοί επισκέπτες
Κάθε χρόνο πολλά πουλιά διαχειμάζουν νοτιότερα από την περιοχή που φωλιάζουν, χωρίς όμως να φτάνουν μέχρι την Αφρική. Έτσι η Ελλάδα δέχεται πολλούς χειμερινούς επισκέπτες από βορειότερες χώρες. Η νότια Ελλάδα φιλοξενεί επιπλέον πολλά πουλιά της βόρειας Ελλάδας. Η προσέλευση των χειμερινών επισκεπτών αρχίζει στα τέλη Σεπτεμβρίου με τους πρώτους κοκκινολαίμηδες, κορυφώνεται το δεύτερο 15ήμερο του Οκτωβρίου και συνεχίζεται μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου. Η αποχώρησή τους αρχίζει από τα τέλη Ιανουαρίου και διαρκεί μέχρι τις αρχές Απριλίου. Κάποιες χρονιές, ξαφνικές κακοκαιρίες στα βόρεια αναγκάζουν τα πουλιά να μετακινηθούν πολύ νοτιότερα από τις καθιερωμένες περιοχές διαχείμασης, δίνοντας την ευκαιρία στους κατοίκους της νότιας Ελλάδας να απολαύσουν εξωτικά γι αυτούς είδη. Όπως βλέπουμε οι μετακινήσεις των χειμερινών επισκεπτών σε κάποιες περιόδους συμπίπτουν με τις 2 μεταναστεύσεις με αποτέλεσμα την μεγάλη διάρκεια μετακινήσεων των πουλιών που καλύπτει σχεδόν όλο το έτος. Επίσης δεν μπορούμε να διακρίνουμε πάντοτε τι είδους μετακίνηση κάνει 1 πουλί. Για παράδειγμα όταν βλέπω τον Οκτώβριο έναν κοκκινολαίμη, δεν γνωρίζω αν θα διαχειμάσει εδώ, στην Κρήτη ή στην βόρεια Αφρική που είναι η νοτιότερη περιοχή εξάπλωσής του. Ή βλέποντας μια λευκοσουσουράδα, δεν γνωρίζω αν είναι κάποια από αυτές που μένουν όλο το έτος στο νησί, ή κάποια που ήρθε για να διαχειμάσει, ή κάποια που απλά μετακινείται και θα διαχειμάσει νοτιότερα. Η φύση έχει προνοήσει ώστε τα πουλιά να μην έχουν όλα την ίδια συμπεριφορά, ώστε να λειτουργεί σωστά η φυσική επιλογή και πάντοτε να επιβιώνουν αρκετά πουλιά για να διαιωνίσουν το είδος. Για σκεφτείτε τι θα γινόταν αν όλα τα άτομα ενός είδους μετακινούνταν ταυτόχρονα και μια ξαφνική κακοκαιρία εξαφάνιζε ολόκληρο είδος κατά τη διάρκεια της μετανάστευσής του πάνω από τη Μεσόγειο.
Βλέπετε λοιπόν πόσα πράγματα μπορεί να μάθει κανείς μελετώντας τις μετακινήσεις των πουλιών. Μπορεί βέβαια κάποιος απλά να απολαμβάνει την ομορφιά τους και να περνάει ευχάριστα τον ελεύθερο χρόνο του. Έτσι, αφήστε τα τουφέκια και πιάστε κυάλια και φωτογραφικές μηχανές. Ο θαυμαστός κόσμος των πουλιών περιμένει να τον ανακαλύψετε.
Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2011
Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011
Το μονοπάτι Ξυλοκερατίδι, Νερά, Ευαγγελίστρια
Το Ξυλοκερατίδι, ο παλιός ναυτικός οικισμός του νησιού, είναι από τα ομορφότερα μέρη της Αμοργού. Το καλοκαίρι η θάλασσα, εκεί που παλιά έριχναν από το καρνάγιο βάρκες και καΐκια, είναι σχεδόν πάντα λάδι και ο καφές ή μια ρακή σε ένα από τα κεντράκια του αποτελεί μία απογευματινή απόλαυση με φόντο τον ήλιο που δύει πίσω από την Ηρακλειά.
Αυτές οι μικρές απολαύσεις του
Ξυλοκερατιδιού μπορούν να πλουτιστούν με έναν υγιεινό και εύκολο
περίπατο με αφετηρία και τέρμα το Ξυλοκερατίδι. Την ευκαιρία την δίνει
το παλιό μονοπάτι προς Νερά, Νιό Χωριό και Βαγγελίστρα, το οποίο έχει
επισκευαστεί και καθαριστεί με έξοδα της αστικής και μη κερδοσκοπικής
εταιρείας «Αμοργός». Το μονοπάτι, μετά τον καθαρισμό του, πήρε και τον
αριθμό 7 στην κατάταξη των παλιών μονοπατιών της Αμοργού.
Η
πορεία είναι καλύτερα να γίνει από τα Νερά, γιατί από την Βαγγελίστρα ο
ανήφορος είναι λίγο απότομος. Εξάλλου σ’ αυτή την κατεύθυνση οι μικρές
εκπλήξεις είναι συνεχείς, η θέα πανοραμική και ο τερματισμός
ξεκούραστος. Γενικά πάντως η θέα είναι θαυμάσια, όπως και να περπατήσει
κάποιος το μονοπάτι.
Ξεκινώντας από το Ξυλοκερατίδι, αμέσως
μετά το νεκροταφείο, παίρνουμε τον δρόμο δεξιά που οδηγεί στα Νερά.
Ακολουθούμε συνεχώς δεξιά κατεύθυνση σε μονοπάτι πολύ καλό, που
διακρίνεται εύκολα και σε μερικά σημεία έχει πλακόστρωση ή πλατύσκαλα.
Λίγο μετά τα Νερά και σε ομαλό ανήφορο, η θέα απλώνεται σε όλο τον κόλπο των Καταπόλων. Στα πόδια μας έχουμε τον Άγιο Παντελεήμονα με τον διπλό κολπίσκο και δεξιότερα το Μαλτέζι με την ωραία παραλία του. Αριστερά μας είναι οι Περιστεριές και το λιμενάρι Βλυχάδα Καταπόλων.
Συναντούμε
ένα μαντρί, ανοίγουμε μία ξύλινη πόρτα (και την ξανακλείνουμε για να μη
φύγουν τα κατσίκια), ανεβαίνουμε ομαλά και συνεχίζουμε σε ίσωμα, κατά
μήκος της πλαγιάς του λόφου «Βιγλιές», όπου και σώζονται πρωτοκυκλαδικά
κατάλοιπα. Το μονοπάτι ορίζεται από ξερολιθιές και είναι ευρύχωρο. Η θέα
καλύπτει όλο τον κόλπο των Καταπόλων από ύψος περίπου 250 μέτρων.
Με
συνεχές ίσωμα φτάνουμε στο Νιο Χωριό. Από εκεί αρχίζει η κατάβαση. Λίγο
μετά και στα δεξιά μας διακρίνουμε τον βυζαντινό ναΐσκο της
Ευαγγελίστριας (Βαγγελίστρα) με τις τοιχογραφίες από την περίοδο της
Εικονομαχίας (γύρω στο 900). Η Βαγγελίστρα ξεχωρίζει από τον ιδιόμορφο
σχήμα της, με κυριότερο χαρακτηριστικό τον τρούλο.
Βλέπουμε πλέον τον κάμπο των Καταπόλων
με τους ελαιώνες του και το Ραχίδι. Κατεβαίνοντας στο ύψος του ελαιώνα,
συνεχίζουμε ομαλά δεξιά και βγαίνουμε πίσω από το ξενοδοχείο
«Βαλσαμίτης». Είμαστε και πάλι στο Ξυλοκερατίδι…
Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2011
Narcissus tazetta subsp. italicus
Ο Narcissus tazetta subsp. italicus [(Ker Gawl.) Baker 1888] είναι μεσογειακό φυτό.
Τοπικό όνομα στην Αμοργό: μαρτακούδι.
Λαϊκά ονόματα στην Ελλάδα: μανουσάκι (Κρήτη, Ζάκυνθος), βούτσινο (Μεσολόγγι), ίτσο (Λαμία), τσαμπάκι, ζαμπάκι...
Ιδιαίτερα δημοφιλές φυτό για τα άνθη και το άρωμά τους, καλλιεργείται από την αρχαιότητα.
Είναι βολβώδες φυτό. Βλαστός ισχυρός, κυλινδρικός και φύλλα γλαυκά, γωνιώδη στη ράχη με μήκος ίσο μ’ αυτό του βλαστού. Περιάνθιο λευκό, διαμέτρου 3-4εκ. με εσωτερική στεφάνη κίτρινη, ύψους μέχρι 5χιλ. Άνθη πολύ αρωματικά μέχρι 12 κατανεύοντα.
Βιότοπος: ελαιώνες, θαμνώδεις περιοχές, φρυγανότοποι.
Άνθιση: χειμωνιάτικη, από τις αρχές Δεκεμβρίου.
Ετυμολογία:
Narcissus < νάρκισσος, όνομα φυτού από το νεολιθικό υπόστρωμα της ελληνικής γλώσσας. Ο Πλίνιος παρετυμολογεί από την «νάρκη» (λατ. narce) λόγω του μεθυστικού αρώματος των ανθέων. Νάρκισσος: μυθολογικός πανέμορφος νέος που πέθανε στον Ελικώνα της Βοιωτίας μένοντας να θαυμάζει το πρόσωπό του στο νερό μιας πηγής.
tazetta < tazza, δημοφιλές κύπελλο στην Βόρεια Ιταλία, το σχήμα του οποίου μοιάζει με την παραστεφάνη του άνθους.
ελαιώνας Αιγιάλης, 13/12/2005
.
Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2011
Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2011
Ophrys iricolor
Δονούσα 11/03/2011
photo (c) Γιάννης Γαβαλάς
photo (c) Γιάννης Γαβαλάς
Οι πληροφορίες για την χλωρίδα της Δονούσας είναι λίγες και αποσπασματικές. Από μία διήμερη βοτανική εξόρμηση που έκανε ο Γιάννης Γαβαλάς τον Μάρτιο του 2011 είναι η φωτογραφία αυτής της ορχιδέας που τη συναντάμε με μεγάλη συχνότητα στα αμοργιανά νησιά.
Η Οφρύς η ιριδόχρωμη (Ophrys iricolor, Desfontaines 1807) εξαπλώνεται στην Ανατολική Μεσόγειο.
Περιγράφτηκε το 1807 από την Σάμο και την περιοχή της Σμύρνης.
Η ονομασία της οφείλεται στο χρώμα του θυρεού της.
Τοπικό όνομα: «ψείρα»
Εξαπλώνεται στη Νότια Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου.
Βιότοπος: ηλιόλουστα εδάφη, πευκοδάση, θάμνοι, φρύγανα.
Άνθος: μεγάλο περίπου στα 2 εκατοστά, σχεδόν οριζόντιο, πορφυρό με ιώδη ιριδίζοντα θυρεό.
Άνθιση: Τέλη Φεβρουαρίου - αρχές Απριλίου.
Ετυμολογία:
Ophrys > Οφρύς (φρύδι). Δεν είναι ξεκάθαρο σε ποια χαρακτηριστικά του γένους Ophrys αναφέρεται το όνομα ενώ υπάρχει και το ενδεχόμενο γλωσσικής παρερμηνείας.
iricolor > Ίρις + cólor (λατιν.) χρώμα = ιριδόχρωμη.
Η Οφρύς η ιριδόχρωμη (Ophrys iricolor, Desfontaines 1807) εξαπλώνεται στην Ανατολική Μεσόγειο.
Περιγράφτηκε το 1807 από την Σάμο και την περιοχή της Σμύρνης.
Η ονομασία της οφείλεται στο χρώμα του θυρεού της.
Τοπικό όνομα: «ψείρα»
Εξαπλώνεται στη Νότια Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου.
Βιότοπος: ηλιόλουστα εδάφη, πευκοδάση, θάμνοι, φρύγανα.
Άνθος: μεγάλο περίπου στα 2 εκατοστά, σχεδόν οριζόντιο, πορφυρό με ιώδη ιριδίζοντα θυρεό.
Άνθιση: Τέλη Φεβρουαρίου - αρχές Απριλίου.
Ετυμολογία:
Ophrys > Οφρύς (φρύδι). Δεν είναι ξεκάθαρο σε ποια χαρακτηριστικά του γένους Ophrys αναφέρεται το όνομα ενώ υπάρχει και το ενδεχόμενο γλωσσικής παρερμηνείας.
iricolor > Ίρις + cólor (λατιν.) χρώμα = ιριδόχρωμη.
Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2011
Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011
Clematis cirrhosa L. - Κληματίς η βοστρυχώδης
Η
Κληματίδα η βοστρυχώδης (Clematis cirrhosa, L. 1753), είναι μεσογειακό
φυτό. Έχει ευρεία εξάπλωση στην Ελλάδα με εξαίρεση την βορειοδυτική
χώρα.
Είναι αειθαλής, αναρριχώμενος θάμνος με ξυλώδεις βλαστούς.
Φύλλα απλά, 2,5-5 εκ., λεία, πριονωτά, τρίλοβα ή πτεροχιδή, με οδοντωτά φυλλάρια. .
Βιότοπος: φράχτες, ζώνη μεσογειακής μακκίας, σε υψόμετρα 0-600 (-1000) μ.
Τα πενταμερή, κωδωνοειδή, χνουδωτά, κρεμαστά, λευκοκίτρινα άνθη φύονται στους βλαστούς του προηγούμενου έτους.
Ανθίζει φθινόπωρο και χειμώνα και συχνά τα άνθη είναι τόσα πολλά που σκεπάζουν το φυτό. Στην ωρίμανση πλήθος αχαίνια δίνουν την εντύπωση λευκής κόμης.
Ετυμολογία:
Clematis > κλήμα, κλήματος (κλάδος αμπέλου, κληματόβεργα) = Κληματίς.
cirrhosa > cirrus, η έλικα του κλήματος, βόστρυχος (πλεξίδα-μπούκλα μαλλιών) = βοστρυχώδης.
Είναι αειθαλής, αναρριχώμενος θάμνος με ξυλώδεις βλαστούς.
Φύλλα απλά, 2,5-5 εκ., λεία, πριονωτά, τρίλοβα ή πτεροχιδή, με οδοντωτά φυλλάρια. .
Βιότοπος: φράχτες, ζώνη μεσογειακής μακκίας, σε υψόμετρα 0-600 (-1000) μ.
Τα πενταμερή, κωδωνοειδή, χνουδωτά, κρεμαστά, λευκοκίτρινα άνθη φύονται στους βλαστούς του προηγούμενου έτους.
Ανθίζει φθινόπωρο και χειμώνα και συχνά τα άνθη είναι τόσα πολλά που σκεπάζουν το φυτό. Στην ωρίμανση πλήθος αχαίνια δίνουν την εντύπωση λευκής κόμης.
Ετυμολογία:
Clematis > κλήμα, κλήματος (κλάδος αμπέλου, κληματόβεργα) = Κληματίς.
cirrhosa > cirrus, η έλικα του κλήματος, βόστρυχος (πλεξίδα-μπούκλα μαλλιών) = βοστρυχώδης.
Ηρακλειά 25/11/2011
φωτογραφία Γιάννης Γαβαλάς
Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2011
Τα νησιά της Αμοργού
Άποψη από τον Κρίκελο της Αιγιάλης. Διακρίνεται η νησίδα Νικουριά και στο βάθος η Κέρος και η Ηρακλειά με το ψηλό βουνό της, τον Πάπα.
Η Αμοργός δεν είναι ένα μοναχικό νησί. Το φυσικό της περιβάλλον περιλαμβάνει κι ένα πλήθος νησιών και νησίδων. Αυτή η πολυνησία είναι από την αρχαιότητα και την βυζαντινή εποχή ιστορικά δεμένη με την Αμοργό, που θεωρείται το μητρικό νησί. Μερικά νησιά είναι κοντά στην Αμοργό και άλλα αποτελούν την γεωγραφική της συνέχεια, όπως τα Λέβιθα και η Κιναρος. Οι ναυτικοί από πολύ παλιά ονομάζουν αυτή την πολυνησία «Αμοργιανά Νησιά». Ένα τμήμα τους ονομάστηκε στην εποχή μας «Μικρές Κυκλάδες».
Πολύ κοντά στην Αμοργό βρίσκονται οι μεγάλες νησίδες Νικουριά και Γραμβούσα. Μικρότερες νησίδες είναι ο Παρασκοπός, το Κισήρι, το Πατελίδι (Πεταλίδι και Πεταλίδα), το Κραμβονήσι (ή Άτιμο), η Εξομία, το Μεγάλο και Μικρό Βιόκαστρο, το Ψαθονήσι (ή Χήνα).
Η νησίδα Αμοργοπούλα (ή Αμοργόπουλο, ή Άνυδρος) βρίσκεται ανοιχτά στο πέλαγος, ανάμεσα στην Αμοργό, την Ανάφη και την Θήρα.
Η νήσος Δονούσα, που διατηρεί το αρχαίο της όνομα, βρίσκεται ανάμεσα σε Αμοργό και Νάξο, στα βορειανατολικά της Αιγιάλης και παλαιότερα ανήκε στον Δήμο Αιγιάλης. Κατοικήθηκε μετά το 1832 από αμοργιανές οικογένειες. Μέχρι τότε αποτελούσε βοσκότοπο των Αιγιαλιτών. Η Δονούσα σχηματίζει την δική της νησιωτική υποσυστάδα, με τις νησίδες Σκυλονήσι (ή Σκουλονήσι, ή Τρίγωνο), Βόδια (ή Μπούβες) και Μάκαρες (ή Μακαριές, ή Ακαριές), οι οποίες αποτελούνται από τον Άγιο Νικόλαο (αρχαία Νικουσία) και την Πράσινη (ή Αγία Παρασκευή).
Η νήσος Κέρος, αν και είναι το μεγαλύτερο από τα Αμοργιανά Νησιά (ή Μικρές Κυκλάδες), είναι ακατοίκητη. Παραδοσιακά αποτελεί βοσκότοπο για την Χώρα Αμοργού και τελευταία και του Κουφονησιού. Την υποσυστάδα της Κέρου αποτελούν οι νησίδες Πάνω Αντικέρι, Κάτω Αντικέρι (ή Δρίμα), Γουργάρι, Άγιος Ανδρεάς, Πλακί (ή Μικρή Πλάκα), Μεγάλη Πλάκα, Αγία Βαρβάρα, Γουρούνι και Λέρος.
Η υποσυστάδα των Κουφονησίων αποτελείται από το Πάνω Κουφονήσι, που κατοικήθηκε μετά το 1832 από ναυτικούς και ψαράδες της Αμοργού, κυρίως από Χώρα και Κατάπολα. Παλιότερα ανήκε στον Δήμο Αμοργού (Χώρας) και στην Κοινότητα Καταπόλων. Το Κάτω Κουφονήσι είναι ακατοίκητο και η υποσυστάδα συμπληρώνεται από τις νησίδες Κοπριά και Γλαρονήσι.
Η νήσος Σχινούσα βρίσκεται ανάμεσα σε Κουφονήσια, Κέρο και Ηρακλειά. Κι αυτή κατοικήθηκε μετά το 1832 από αμοργιανές οικογένειες, κυρίως από την περιφέρεια Χώρας Αμοργού. Η συνήθης σήμερα γραφή του ονόματός της ως «Σχοινούσα» (επηρεασμένη από την λέξη «σχοινί») είναι λανθασμένη. Η ετυμολογία του ονόματός της προέρχεται από τον θάμνο «σχίνο» (ή «σχινιά», όπως λέγεται στην Αμοργό και τα νησιά της). Η υποσυστάδα της Σχινούσας αποτελείται από τις νησίδες Αγριλού, Οφιδούσα, Λυγάρι, Τσουλούφι, Λάζαρος, Γλαρονήσι και Ασπρονήσι.
Η νήσος Ηρακλειά απέχει 1,3 μίλια από τη Σχινούσα και 3 μίλια από τη Νάξο. Παλιότερα αποτελούσε μετόχι της Μονής Χοζοβιώτισσας της Αμοργού. Μετά το 1832 κατοικήθηκε από ακτήμονες αμοργιανές οικογένειες, κυρίως από τα Θολάρια της Αιγιάλης. Διατηρεί το αρχαίο της όνομα Ηράκλεια (προφανώς από τον Ηρακλή). Η νησιωτική υποσυστάδα της αποτελείται από τις νησίδες Μεγάλο Αβελονήσι (ή Άβελος, ή Μεγάλος Άβελας), το Μικρό Αβελονήσι (Μικρός ή Έξω Άβελας), και Βενέτικο. Στην Ηρακλειά ζει μόνιμα ο εκλεκτός φίλος μου Γιάννης Γαβαλάς (διευθυντής στο Λύκειο του νησιού), που είναι δεινός ερασιτέχνης φυσιοδίφης και φωτογραφος και εμπλουτίζει το ιστολόγιο με σημαντικά θέματα όχι μόνο από την Ηρακλειά και άλλα αμοργιανά νησιά αλλά και από την ίδια την Αμοργό.
Γεωγραφική προέκταση της Αμοργού αποτελούν τα νησιά Λέβιθα και Κίναρος και οι πέντε νησίδες Λιάδια. Βρίσκονται στα ανατολικά, ανάμεσα στην Αμοργό και την Λέρο και ιστορικά αποτελούσαν ιδιοκτησία οικογενειών από την Αιγιάλη. Όταν όμως δημιουργήθηκε το 1832 το ελληνικό κράτος, τα νησιά αυτά παρέμειναν στην οθωμανική επικράτεια, κι έτσι η Αμοργός ήταν το ανατολικότερο σύνορο της Παλιάς Ελλάδας. Ακολουθώντας την τύχη της Δωδεκανήσου πέρασαν στην κυριαρχία της Ιταλίας (1912-1943) για να ενσωματωθούν τελικά στην Ελλάδα (1946-1948). Διοικητικά ανήκουν στα Δωδεκάνησα, αλλά γεωγραφικά, φυτογεωγραφικά και ιστορικά ανήκουν στην Αμοργό και τις Κυκλάδες.
Οι κοινωνίες των 4 κατοικημένων νησιών των Μικρών Κυκλάδων, δηλαδή Δονούσας, Κουφονησιού, Σχινούσας και Ηρακλειάς, σταδιακά αυτονομήθηκαν από την Αμοργό και τελικά πέρασαν (όπως και το ίδιο το μητρικό νησί τους) στην επιρροή και εξάρτηση από τη Νάξο, αρχικά με την μεταφορά τους από την Επαρχία Θήρας στην Επαρχία Νάξου και στη συνέχεια από το γεγονός ότι στη Νάξο εδρεύουν όλες οι βασικές δημόσιες υπηρεσίες και οι παροχές υγείας και περίθαλψης. Μετά την αυτοδιοικητική μεταρρύθμιση «Καλλικράτης» τα 4 αμοργιανά νησιά από αυτόνομες κοινότητες που ήταν μεταβλήθηκαν σε απλά δημοτικά διαμερίσματα του νέου «Δήμου Νάξου και Μικρών Κυκλάδων», με ότι αυτό συνεπάγεται για τα μικρά νησιά μας. Αυτό που παραμένει ζωντανό από την μακραίωνη κοινή ιστορία των Αμοργιανών Νησιών είναι η Μητρόπολη Θήρας, Αμοργού και Νήσων. Και το Υποθηκοφυλακείο της Αμοργού (αν ένα τμήμα του δεν έχει μετακομίσει στη Νάξο).
Το ιστολόγιο αυτό πάντως θα συνεχίζει να βλέπει τα Αμοργιανά Νησιά (ή Μικρές Κυκλάδες) σαν μια ενιαία γεωγραφική, χλωριδική, ιστορική και πολιτιστική ενότητα.
Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2011
Colchicum pusillum
Ηρακλειά 23/11/2011
φωτογραφία Γιάννης Γαβαλάς
Το Κολχικό το μικροφυές (pusillum) μοιάζει με το πολύ πιο διαδεδομένο Κολχικό του Κουπανί (Cupani) αλλά ξεχωρίζει από τα πολλά και στενόμακρα φύλλα του (το C. cupanii έχει δύο και πλατιά) και τους ανοιχτόχρωμους ανθήρες του. Στην φωτογραφία του Γιάννη από την Ηρακλειά φαίνονται καθαρά τα φύλλα του που το ξεχωρίζουν.
Πρώτη αναφορά από την Ηρακλειά.
Πρώτη αναφορά από την Ηρακλειά.
Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011
Crocus laevigatus από την Ηρακλειά
Ηρακλειά 21/11/2011
φωτογραφίες Γιάννης Γαβαλάς
Ο Κρόκος ο λείος (Crocus laevigatus, Bory & Chaub. 1832) είναι ενδημικό γεώφυτο της Νότιας Ελλάδας με πλατιά εξάπλωση από την Κρήτη και τις Κυκλάδες έως την Αττική και την Πελοπόννησο.
Πήρε το όνομά του από τους χιτώνες του βολβού του
που είναι λείοι.
Βιότοπος: πετρώδεις περιοχές, βραχώδεις θέσεις, ρωγμές βράχων, διάκενα πευκοδασών
Εδώδιμος με γεύση κάστανου. Στη Σαντορίνη λέγεται
«καστανίδα» και στην Αμοργό «γούλα».
Έχει κυρίως φθινοπωρινή άνθηση, από τον Οκτώβριο, σε υψόμετρα από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι τα 1500 μέτρα. Σε διάφορες περιοχές και ανάλογα με το υψόμετρο, ανθίζει μέχρι τα μέσα του χειμώνα. Ανοιξιάτικη άνθιση εμφανίζει στα ορεινά της Νάξου και της Άνδρου.
Τα άνθη, που συνήθως είναι εύοσμα, παρουσιάζουν χρωματική ποικιλομορφία: λευκά, μοβ-ρόδινα, λιλά...
Στην Αμοργό και την Ηρακλειά τα άνθη παρουσιάζουν την ιδιομορφία να είναι δίχρωμα, με τα 3 εσωτερικά τέπαλα λευκά και τα τρία εξωτερικά σε χρώμα λιλά.
Ετυμολογία:
Crocus > κρόκος > πιθανώς από την κρόκη (υφάδι) από τα γεννητικά όργανα (ανθήρες, κλπ) που έχουν παρόμοιο σχήμα με τα υφάδια.
laevigatus, a, um > > levigo λειαίνω, γυαλίζω = λείος.
Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2011
Crocus turnefortii από την Ηρακλειά
Ηρακλειά 21/11/2011
φωτογραφίες Γιάννης Γαβαλάς
Ο Κρόκος του Τουρνεφόρ (Crocus tournefortii Gay 1832) είναι ενδημικός της Κρήτης, της Δωδεκανήσου και των Κυκλάδων ενώ αναφέρεται και από την Ύδρα στον Αργοσαρωνικό.
Σπάνιος στην Άμοργό, άφθονος στην Ηρακλειά ενώ φύεται και στην Δονούσα.
Η ονομασία του δόθηκε προς τιμήν του Γάλλου φυσιοδίφη Πιτόν ντε Τουρνεφόρ, που επισκέφτηκε το 1700 το Αιγαίο και την Αμοργό, από την οποία και περιέγραψε φυτά.
Βιότοπος: πετρώδεις τοποθεσίες, ρωγμές βράχων, θαμνότοποι, σε υψόμετρα 0-850 (-1400 στην Κρήτη) μ.
Έχει άνθη μεγάλα με ρόδινη απόχρωση και σκούρες ραβδώσεις, που παραμένουν ανοιχτά και στην διάρκεια της νύχτας. Φάρυγγας κίτρινος.
Στύλος με στίγματα κόκκινα ή πορτοκαλί, σχισμένα δενδροειδώς σε πολλά λεπτά νημάτια, που προεξέχουν από το περιάνθιο. Ανθήρες λευκοί.
Από τα στίγματά του στην Ηρακλειά κατασκευάζουν την ζαφορά (σαφράν)
Άνθιση: από Οκτώβριο μέχρι Δεκέμβριο.
Ετυμολογία:
Crocus > κρόκος > πιθανώς από την κρόκη (υφάδι) από τα γεννητικά όργανα (ανθήρες, κλπ) που έχουν παρόμοιο σχήμα με τα υφάδια.
tournefortii > προς τιμήν του Γάλλου φυσιοδίφη Πιτόν ντε Τουρνεφόρ (Tournefort)
Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011
Mandragora officinarum - Μανδραγόρας
Ο μανδραγόρας (Mandragora officinarum L., 1753) είναι ένα ισχυρά δηλητηριώδες φυτό με πολλές ιστορίες στην μαγεία, την μυθολογία, την φαρμακευτική, την ιατρική και την γλωσσολογία. Είναι ένα φυτό κοινό στη Νότια Ελλάδα και τα νησιά.
Λαϊκό όνομα στην Αμοργό: βουδόγλωσσα, από το σχήμα των φύλλων του.
Φύεται σε πετρώδεις θέσεις και χέρσα χωράφια. Τα φύλλα είναι πολύ μεγάλα, μακρόστενα και σχηματίζουν ρόδακα. Από το κέντρο του ρόδακα αναπτύσσονται τα μικρά κυανάιώδη άνθη με εμφανείς νευρώσεις σαν φλέβες.
Οι καρποί του είναι κίτρινες ράγες σε σχήμα μικρού μήλου, ένα χαρακτηριστικό που οδήγησε τον Διοσκουρίδη να ονομάσει το φυτό «αντίμηλον». Το συναντάμε φυτρωμένο, ανθισμένο ή καρπισμένο στην μεγαλύτερη διάρκεια του έτους με εξαίρεση το καλοκαίρι.
Η ρίζα του μανδραγόρα είναι σαρκώδης, μεγάλη, κάθετη, διχαλωτή από ένα σημείο και ανθρωπόμορφη σύμφωνα με την λαϊκή παρατηρητικότητα. Με την χαρακτηριστική ανθρωπόμορφη ρίζα του πέρασε από τα πανάρχαια χρόνια στον χώρο της μαγείας.
Η ρίζα του μανδραγόρα περιέχει ατροπίνη, υοσκυαμίνη, σκοπολαμίνη, μανδραγορίνη που είναι ισχυρές κατευναστικές ουσίες. Έτσι θεωρείται από τα περισσότερο τοξικά φυτά της ελληνικής χλωρίδας. Έχει πολλές φαρμακευτικές ιδιότητες (είναι και ομοιοπαθητικό) αλλά δεν χρησιμοποιείται πολύ από την λαϊκή ιατρική (που είναι συνέχεια της αρχαίας) και για την ισχυρή τοξικότητά του αλλά και διότι το ξερίζωμά του έχει συνδεθεί με ένα σωρό δεισιδαιμονίες και μαγικές πρακτικές.
Ετυμολογία:
Mandragora > από το περσικό όνομα mardum guis (= φυτό του ανθρώπου), που πέρασε σε άλλες γλώσσες // από το όνομα κάποιου αρχαίου γιατρού, ο οποίος φαίνεται ότι έκανε εκτεταμένη χρήση του φυτού και είχε επιτυχίες
officinarum > offícina, μεσαιωνικό εργαστήριο για παρακευή φαρμάκων και αρωμάτων = φαρμακευτικό.
.
Λαϊκό όνομα στην Αμοργό: βουδόγλωσσα, από το σχήμα των φύλλων του.
Φύεται σε πετρώδεις θέσεις και χέρσα χωράφια. Τα φύλλα είναι πολύ μεγάλα, μακρόστενα και σχηματίζουν ρόδακα. Από το κέντρο του ρόδακα αναπτύσσονται τα μικρά κυανάιώδη άνθη με εμφανείς νευρώσεις σαν φλέβες.
Οι καρποί του είναι κίτρινες ράγες σε σχήμα μικρού μήλου, ένα χαρακτηριστικό που οδήγησε τον Διοσκουρίδη να ονομάσει το φυτό «αντίμηλον». Το συναντάμε φυτρωμένο, ανθισμένο ή καρπισμένο στην μεγαλύτερη διάρκεια του έτους με εξαίρεση το καλοκαίρι.
Η ρίζα του μανδραγόρα είναι σαρκώδης, μεγάλη, κάθετη, διχαλωτή από ένα σημείο και ανθρωπόμορφη σύμφωνα με την λαϊκή παρατηρητικότητα. Με την χαρακτηριστική ανθρωπόμορφη ρίζα του πέρασε από τα πανάρχαια χρόνια στον χώρο της μαγείας.
Η ρίζα του μανδραγόρα περιέχει ατροπίνη, υοσκυαμίνη, σκοπολαμίνη, μανδραγορίνη που είναι ισχυρές κατευναστικές ουσίες. Έτσι θεωρείται από τα περισσότερο τοξικά φυτά της ελληνικής χλωρίδας. Έχει πολλές φαρμακευτικές ιδιότητες (είναι και ομοιοπαθητικό) αλλά δεν χρησιμοποιείται πολύ από την λαϊκή ιατρική (που είναι συνέχεια της αρχαίας) και για την ισχυρή τοξικότητά του αλλά και διότι το ξερίζωμά του έχει συνδεθεί με ένα σωρό δεισιδαιμονίες και μαγικές πρακτικές.
Ετυμολογία:
Mandragora > από το περσικό όνομα mardum guis (= φυτό του ανθρώπου), που πέρασε σε άλλες γλώσσες // από το όνομα κάποιου αρχαίου γιατρού, ο οποίος φαίνεται ότι έκανε εκτεταμένη χρήση του φυτού και είχε επιτυχίες
officinarum > offícina, μεσαιωνικό εργαστήριο για παρακευή φαρμάκων και αρωμάτων = φαρμακευτικό.
.
Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2011
Crocus laevigatus Κρόκος ο λείος
Χώρα 21/11/2009 Chora |
Ο Κρόκος ο λείος (Crocus laevigatus, Bory & Chaub. 1832) είναι ενδημικό γεώφυτο της Νότιας Ελλάδας με πλατιά εξάπλωση από την Κρήτη και τις Κυκλάδες έως την Αττική και την Πελοπόννησο.
Πήρε το όνομά του από τους χιτώνες του βολβού του
που είναι λείοι.
Βιότοπος: πετρώδεις περιοχές, βραχώδεις θέσεις, ρωγμές βράχων, διάκενα πευκοδασών
Εδώδιμος με γεύση κάστανου. Στη Σαντορίνη λέγεται
«καστανίδα» και στην Αμοργό «γούλα».
Έχει κυρίως φθινοπωρινή άνθηση, από τον Οκτώβριο, σε υψόμετρα από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι τα 1500 μέτρα. Σε διάφορες περιοχές και ανάλογα με το υψόμετρο, ανθίζει μέχρι τα μέσα του χειμώνα. Ανοιξιάτικη άνθιση εμφανίζει στα ορεινά της Νάξου και της Άνδρου.
Τα άνθη, που συνήθως είναι εύοσμα, παρουσιάζουν χρωματική ποικιλομορφία: λευκά, μοβ-ρόδινα, λιλά...
Στην Αμοργό και την Ηρακλειά τα άνθη παρουσιάζουν την ιδιομορφία να είναι δίχρωμα, με τα 3 εσωτερικά τέπαλα λευκά και τα τρία εξωτερικά σε χρώμα λιλά.
Ετυμολογία:
Crocus > κρόκος > πιθανώς από την κρόκη (υφάδι) από τα γεννητικά όργανα (ανθήρες, κλπ) που έχουν παρόμοιο σχήμα με τα υφάδια.
laevigatus, a, um > > levigo λειαίνω, γυαλίζω = λείος.
Πήρε το όνομά του από τους χιτώνες του βολβού του
που είναι λείοι.
Βιότοπος: πετρώδεις περιοχές, βραχώδεις θέσεις, ρωγμές βράχων, διάκενα πευκοδασών
Εδώδιμος με γεύση κάστανου. Στη Σαντορίνη λέγεται
«καστανίδα» και στην Αμοργό «γούλα».
Έχει κυρίως φθινοπωρινή άνθηση, από τον Οκτώβριο, σε υψόμετρα από το επίπεδο της θάλασσας μέχρι τα 1500 μέτρα. Σε διάφορες περιοχές και ανάλογα με το υψόμετρο, ανθίζει μέχρι τα μέσα του χειμώνα. Ανοιξιάτικη άνθιση εμφανίζει στα ορεινά της Νάξου και της Άνδρου.
Τα άνθη, που συνήθως είναι εύοσμα, παρουσιάζουν χρωματική ποικιλομορφία: λευκά, μοβ-ρόδινα, λιλά...
Στην Αμοργό και την Ηρακλειά τα άνθη παρουσιάζουν την ιδιομορφία να είναι δίχρωμα, με τα 3 εσωτερικά τέπαλα λευκά και τα τρία εξωτερικά σε χρώμα λιλά.
Ετυμολογία:
Crocus > κρόκος > πιθανώς από την κρόκη (υφάδι) από τα γεννητικά όργανα (ανθήρες, κλπ) που έχουν παρόμοιο σχήμα με τα υφάδια.
laevigatus, a, um > > levigo λειαίνω, γυαλίζω = λείος.
Μάρμαρα Χώρας 16/11/2009 Marmara (Chora) |
Λαγκάδα 15/11/2009 Lagada |
Αρχαία Μινώα 23/11/2007 Ancient Minoa |
Αγία Βαρβάρα (Χώρα) 20/11/2009 Chora |
Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2011
Erica manipuliflora / Ρείκι
Κάψαλα ( Χώρα)
Το ρείκι (Erica manipuliflora) είναι φρυγανώδης θάμνος με πλούσια ανθοφορία το φθινόπωρο. Μέχρι πριν λίγα χρόνια, κάλυπτε μεγάλες εκτάσεις στην Αμοργό αλλά τώρα έχει περιοριστεί, ιδιαίτερα στην Κάτω Μεριά, μάλλον από την αδηφαγία των κατσικιών. Τα άνθη του είναι πολλά, μικρά, κωδωνοειδή, ρόδινα σε μακριές ταξιανθίες. Αποτελεί άριστο μελισσοτροφικό φυτό..
Άγιος Παντελεήμονας (Κατάπολα)
Βρούτση
Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011
Αλώνι στα Κατάπολα
Κατάπολα 01/08/2004 Katapola
Τα αλώνια στην Αμοργό έχουν πλέον εγκαταλειφθεί, αφού βεβαίως έχει εγκαταλειφθεί εδώ και 40 περίπου χρόνια η καλλιέργεια των δημητριακών (σιτάρι και κριθάρι ξεχωριστά, ή ανάμεικτα ως «σμιγάδι»). Όπως λέει και ο ξάδερφός μου Νίκος Κωβαίος από τους Λιβανούς, ο γιος του δεν ξέρει τι σημαίνει θημωνιά (ευτυχώς ξέρει βιολί). Σε ένα μικρό βαθμό, πάντως, συνεχίζεται η χρήση των αλωνιών, κυρίως στην Αιγιάλη, για το αλώνισμα του κατσουνιού, από το οποίο παράγεται η αμοργιανή φάβα. Παρά την εγκατάλειψη και το χορτάριασμά τους, τα αλώνια εξακολουθούν να αποτελούν μια από τις χαρακτηριστικές εικόνες του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος της Αμοργού.
Αλώνια υπάρχουν κοντά στους οικισμούς και σε περιοχές με «χτιά» (αναβαθμίδες με ξερολιθιές) όπου καλλιεργούσαν δημητριακά, κατσούνι, όσπρια κ.α. Επίσης κάθε «μινόρι» έχει το δικό του αλώνι. Μινόρι λέγεται στην Αμοργό ο οικογενειακός οικισμός με τα χωράφια του. Μινόρια υπάρχουν στην περιοχή της Χώρας και τα κατοικούσαν μία ή μερικές οικογένειες με συγγένεια πρώτου βαθμού.
Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2011
Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2011
Centranthus calcitrapae
Ο
Κέντρανθος η πεδιλοπαγίς (Centranthus calcitrapae (L.) Dufr. 1811) είναι
μεσογειακό φυτό με εξάπλωση σε όλη της Ελλάδα, εκτός από την Βόρεια
Πίνδο και την Δυτική Μακεδονία.
Συνώνυμο: Valeriana calcitrapae L.
Φυτό όρθιο, μερικώς διακλαδισμένο, μεταβλητό στο μέγεθος αλλά συνήθως με ύψος 10-30 εκ.
Φύλλα απλά ή λοβωτά. με μακρύ μίσχο.
Βιότοπος: φρύγανα, λιβάδια, εποχιακά υγρές θέσεις, ανοίγματα κωνοφόρων δασών, σε υψόμετρα 0-700 (-1400) μ.
Άνθη σωληνωτά 2-3mm, συνήθως ρόδινα.
Ανθίζει από τα τέλη Μαρτίου.
Ετυμολογία:
Centranthus > κέντρο + άνθος - αναφορά στο πλήκτρο του άνθους = Κέντρανθος.
calcitrapae > calx calcis φτέρνα + trappa παγίδα ==> πιθανώς από τα αγκάθια των λουλουδιών που τραυματίζουν τα πόδια ===> για τον Centranthus calcitrapae από τον ίδιο βιότοπο με την Centaurea calcitrapa = πεδιλοπαγίς.
Συνώνυμο: Valeriana calcitrapae L.
Φυτό όρθιο, μερικώς διακλαδισμένο, μεταβλητό στο μέγεθος αλλά συνήθως με ύψος 10-30 εκ.
Φύλλα απλά ή λοβωτά. με μακρύ μίσχο.
Βιότοπος: φρύγανα, λιβάδια, εποχιακά υγρές θέσεις, ανοίγματα κωνοφόρων δασών, σε υψόμετρα 0-700 (-1400) μ.
Άνθη σωληνωτά 2-3mm, συνήθως ρόδινα.
Ανθίζει από τα τέλη Μαρτίου.
Ετυμολογία:
Centranthus > κέντρο + άνθος - αναφορά στο πλήκτρο του άνθους = Κέντρανθος.
calcitrapae > calx calcis φτέρνα + trappa παγίδα ==> πιθανώς από τα αγκάθια των λουλουδιών που τραυματίζουν τα πόδια ===> για τον Centranthus calcitrapae από τον ίδιο βιότοπο με την Centaurea calcitrapa = πεδιλοπαγίς.
Πέμπτη 18 Αυγούστου 2011
Tolpis barbata
Η Τολπίς η πωγωνωφόρος (Tolpis barbata (Linnaeus, 1753) Gaertner, 1791) είναι φυτό των περιοχών της Ελλάδας με μεσογειακό κλίμα. Πήρε τ' όνομά της από τα σκληρά λοχγοειδή φύλλα που περιβάλλουν το άνθος σαν γενειάδα (barba στα λατινικά). Φύεται σε ξηρές και αμμώδεις θέσεις. Ανθίζει από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο. Ο γυμνασιάρχης Ηρακλειάς Γιάννης Γαβαλάς που την φωτογράφισε την πέτυχε στην μέση της περιόδου ανθοφορίας της.
Κυριακή 14 Αυγούστου 2011
Silene dichotoma
Η Σιληνή η διχοτόμος (Silene dichotoma Ehrh., 1792) είναι τριχωτό φυτό με πολύ μικρούς μίσχους. Η εξάπλωσή του περιλαμβάνει την Βορειοανατολική Ελλάδα, τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και την Κρήτη. Ανθίζει μέχρι τα 1000 m. το καλοκαίρι.
Παρασκευή 12 Αυγούστου 2011
Τετάρτη 10 Αυγούστου 2011
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)